«Ο Α. μίλησε για τη ζωή σου».
«Α ναι; Και τί είπε;»
«Ε, να μωρέ, την ιστορία που του είχες πει εκείνο το βράδυ».
Και έτσι απλά άρχισες να σκέφτεσαι. «Μα πώς μπόρεσε να το κάνει αυτό; Μα πώς είναι δυνατόν! Δεν είναι να εμπιστεύεσαι κανέναν στις μέρες μας! Και τον θεωρούσα φίλο!»
Και μετά άρχισες να ξανασκέφτεσαι.
Ανησυχείς για στιγμές που έχουν περάσει. Για στιγμές που πέρασες καλά. Για μία φάση της ζωής σου που δεν θα ξαναγυρίσει. Και τί είναι στο κάτω κάτω η ιδιωτικότητα; Θες να μου πεις ότι οι στιγμές σου ανήκουν; Μήπως σου ανήκει και η πορεία των πραγμάτων;
Είναι άραγε όλα τόσο σημαντικά ώστε να τα κλείνουμε σε κουτιά καταχωνιασμένα στην ντουλάπα του μυαλού μας; Μήπως εμείς τα κάνουμε σημαντικά για να καλύψουμε το κενό της ύπαρξής μας;
Χμ..πόσο φιλοσοφημένη γκόμενα πια.
Σταματάς να σκέφτεσαι. Στέκεσαι με το ένα πόδι στον τοίχο όπως κάνεις πάντα. Κάτι παρατηρείς. Δε δίνεις σημασία και συνεχίζεις να διαβάζεις το ογκώδες βιβλίο που έχεις πάρει για να μη βαριέσαι στη διαδρομή – κάτι το οποίο διέκοψαν οι σκέψεις σου για λίγα λεπτά. Σε πέντε λεπτά έρχεται το μετρό. Αυτό το κάτι είναι άνθρωπος. Ρίχνεις κλεφτιές ματιές. Αυτό το κάτι είναι ένας άνθρωπος που θα ήθελες να του μιλήσεις.
Όμως…
Αυτό που συμβαίνει δεν το είχες υπολογίσει. Το Κάτι φαίνεται να σε κοιτάζει. Εσύ αμείλικτη. Στο βιβλίο σου.
Μπαίνετε μαζί στο ίδιο βαγόνι. Το Κάτι φαίνεται αμήχανο έτσι με το τζάκετ, τις κονκάρδες, και τις φαβορίτες του. Το Κάτι ακούει μουσική και νιώθεις το βλέμμα του. Μάλλον σκέφτεστε το ίδιο πράγμα. Οι ίδιες νευρικές κινήσεις και στη μέση ένας πανύψηλος τύπος με σκέιτ. Το Κάτι χάνεται από τα μάτια σου αλλά είσαι σίγουρη ότι αναρωτιέται πράγματα για σένα. Και εσύ για αυτόν. Και ας μην το ομολογείς στον εαυτό σου.
«Επόμενη στάση Μέγαρο Μουσικής»
Κατεβαίνεις αμήχανα αφού περάσεις τέσσερις πέντε σακούλες μίας κυρίας που με όλη της την καλοσύνη (ή και όχι) σου λέει να προσέξεις. Ανεβαίνεις αργά τις πρώτες κυλιόμενες (η γυμναστική δεν είναι το φόρτε σου). Ανεβαίνεις και τις δεύτερες. Προχωράς λίγο. Χαζεύεις έξω το πάρκο, και περπατάς όσο πιο αργά μπορείς. Σπάνιο φαινόμενο. Μετά προχωράς κανονικά. Βρίσκεσαι έξω από το Μέγαρο. Σταματάς. Γυρνάς το κεφάλι. Κανένας.
Η ζωή δεν είναι ταινία γλυκειά μου.
Αν και…
Κάποτε έζησες κάτι που έμοιαζε με έκβαση ταινίας. Μάλλον για αυτό ενθουσιάστηκε τόσο πολύ ο Α. με την ιστορία σου.
Ίσως πάλι όχι.
Δεν έχει καμία σημασία πλέον. Ανεβαίνεις τα σκαλιά του Μεγάρου. Έχει ομιλία η Μπάτλερ σήμερα και έχετε κανονίσει μεγάλη παρέα. Σε δύο ώρες ξεκινάει η διανομή δελτίων.
Τουλάχιστον ξέρεις πως η Επιστήμη δεν θα σε εγκαταλείψει ποτέ.
βιογραφικό
Η Σ.Δ. γεννήθηκε, όπως όλος ο άλλος κόσμος. Μεγάλωσε (λίγο), και συνεχίζει πεισματικά να φεύγει συνεχώς, αλλά πάντα να γυρίζει στο ίδιο μέρος. Η συγγραφική της δραστηριότητα έχει μακρά διάρκεια, και ξεκινάει από την πρώτη δημοτικού, και τις εκθέσεις στο σχολείο. Συγκεκριμένα, φάνηκε ότι κάτι άρχισε να μην πηγαίνει καλά, όταν σε μία έκθεση στη δευτέρα δημοτικού με θέμα την περιγραφή ενός παιχνιδιού, η μικρή Σ. συμπεριέλαβε και ένα τραγουδάκι στο οποίο μιλούσε η κούκλα. Αν θυμάμαι καλά, πήγαινε κάπως έτσι: «Τι κουκλίτσα είμαι εγώ και πάντα θα τραγουδώ» (διακριτική λεπτομέρεια οι ζωγραφισμένες νότες στο πλάι κάθε σειράς). Φήμες λένε πως μόλις τέλειωσε ένα τμήμα της φιλοσοφικής, άγνωστο στον υπόλοιπο κόσμο.