HELL OR HIGH WATER
Δυο αδέρφια ο Τόμπι και ο Τάνερ ξανασμίγουν μετά από καιρό με ένα παράτολμο σχέδιο: να ληστέψουν μια σειρά από μικρές τράπεζες στο Τέξας και έτσι να συγκεντρώσουν ένα ποσό που χρειάζεται ιδιαίτερα ο Τόμπι (Κρις Πάιν), που ποτέ δεν έχει κάνει κάτι παράνομο απλά βρίσκεται με τη «θηλειά στο λαιμό» οικονομικά. Αντίθετα ο Τάνερ (Μπεν Φόστερ), έχει πλούσιο ποινικό μητρώο και είναι πολύ πιο έμπειρος σε τέτοιες ιστορίες. Στην πραγματικότητα αν ο Τόμπι έχει μια πιθανότητα να σώσει την παρτίδα της ζωής του, ο Τάνερ είναι χαμένος και το ξέρει. Θα μπει σ’ αυτή την ιστορία για να βοηθήσει τον αδερφό του. Παρόλο που οι χαρακτήρες τους δεν θα μπορούσαν να είναι πιο διαφορετικοί, καταφέρνουν να προχωρήσουν το παράτολμο σχέδιο και θα μπορούσαν να τα καταφέρουν ως το τέλος αν από ένα λάθος δεν έμπλεκαν στο δρόμο ενός Τεξανού ρέιντζερ που ετοιμάζεται να αποσυρθεί αλλά παίρνει προσωπικά τη «δουλειά» και βάζει σκοπό της ζωής τους να βρει τους δράστες των ληστειών. Αυτό είναι το σκηνικό στο οποίο εκτυλίσσεται η ιστορία και θυμίζει σίγουρα αρκετές ταινίες που έχουμε δει στο παρελθόν. Ο χώρος, ο απέραντη ερημιά του τοπίου σε υποβάλλει να το δεις ως γουέστερν, τα αρχετυπικά στοιχεία της ιστορίας όμως παραμπέμπουν στο νουάρ. Και από τα δύο, ο σκηνοθέτης Ντέιβιντ Μακένζι παίρνει τα καλύτερα στοιχεία και δημιουργεί μια ταινία που μιλάει όμως για σημερινές καταστάσεις και θα μπορούσε εύκολα να έχει ως σκηνικό χώρο, για παράδειγμα, τις ορεινές περιοχές της Κρήτης. Η ταινία δεν στρέφει το βλέμμα στο παρελθόν, παρόλο το σεβασμό και τις αναφορές σε δημιουργούς όπως ο Σαμ Πέκινπα –μιλάει όπως κάθε σημαντική ταινία για το σήμερα και σχολιάζει με καυστικό τρόπο τον παραλογισμό οικονομικής κρίσης της εποχής μας αλλά δεν αφήνει απέξω τις ενδοφυλετικές διαφορές της σύγχρονης αμερικανικής κοινωνίας.
Αυτά όλα τα στοιχεία θα έμεναν απλώς στο χαρτί αν δεν υπήρχαν στο καστ εκπληκτικοί ηθοποιοί, ιδιαίτερα βέβαια ο Τζεφ Μπρίτζες σε έναν από τους καλύτερους και πιο συνθετους ρόλους της μεγάλης καριέρας του αλλά και ο Κρις Πάιν. Κι όπως όλες οι σημαντικές ταινίες του μέινστριμ αμερικανικού σινεμά, πέρα από αυτά τα ζητήματα που αναδεικνύει, σέβεται απόλυτα τους κανόνες του είδους που υπηρετεί και κρατάει σε αγωνία τον θεατή ως την τελευταία στιγμή. Σίγουρα από τις καλύτερες ταινίες της χρονιάς, κάτι που επιβραβεύεται και από τις διακρίσεις που έχει ήδη κατακτήσει.
Σκηνοθεσία: Ντέιβιντ Μακένζι / Σενάριο: Τέιλορ Σέρινταν / Παραγωγή: Πίτερ Μπεργκ, Κάρλα Χάκεν, Σίντνεϊ Κίμελ, Τζούλι Γιορν / Φωτογραφία: Τζάιλς Νάτγκενς / Καλλιτεχνική Διεύθυνση Τομ Ντάφιλντ, Στιβ Κούπερ / Μοντάζ: Τζέικ Ρόμπερτς / Μουσική: Νικ Κέιβ, Γουόρεν Έλις /Κοστούμια: Μαλγκόσια Τουρκάνσκα / Διάρκεια: 102’
Η ταινία συμμετείχε στο Διαγωνιστικό Πρόγραμμα – «Ένα Κάποιο Βλέμμα»,
Του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Καννών 2016, είχε 3 υποψηφιότητες στις Χρυσές Σφαίρες: Καλύτερης Ταινίας – Δράμα
Καλύτερου Σεναρίου: Τέιλορ Σέρινταν
Καλύτερου Β’ Ανδρικού Ρόλου: Τζεφ Μπρίτζες
και 4 υποψηφιότητες για Όσκαρ
Οι Κάρλα Χάκεν και Τζούλι Γιορν είναι υποψήφιες για πρώτη φορά στα Βραβεία Όσκαρ για την παραγωγή της ταινίας «Πάση Θυσία», ενώ είναι υποψήφιες και στα βραβεία της Ένωσης Αμερικάνων Παραγωγών που θα απονεμηθούν στις 28 Ιανουαρίου 2017.
Ο Τζεφ Μπρίτζες είναι υποψήφιος στην κατηγορία Β’ Ανδρικού Ρόλου, έξι χρόνια μετά την πιο πρόσφατη υποψηφιότητα του, για το «True Grit». Με 7 συνολικά υποψηφιότητες, τρεις στην κατηγορία Α’ Ανδρικού Ρόλου, και τέσσερις στην κατηγορία Β’ Ανδρικού Ρόλου, το 2010 κέρδισε για πρώτη φορά στην καριέρα του το Βραβείο Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου για την ερμηνεία του στην ταινία «Crazy Heart».
Ο Τέιλορ Σέρινταν είναι υποψήφιος για όσκαρ σεναρίου και ο Τζέικ Ρόμπερτςγια το μοντάζ.
Γρηγόρης Παπαδογιάννης