Η επιλογή παρουσιάζει τα διηγήματα του 10ου διεθνούς διαγωνισμού διηγήματος (ελληνικό τμήμα) που επιλέχθηκαν για δημοσίευση στο λογοτεχνικό περιοδικό eyelands. Η δημοσίευση αρχίζει κάθε χρόνο τον Οκτώβριο και ολοκληρώνεται λίγο πριν ανακοινωθούν τα αποτελέσματα του επόμενου διαγωνισμού. 21 συγγραφείς συμμετέχουν με διηγήματά τους στην Επιλογή. Η δημοσίευση θα γίνει με σειρά συμμετοχής. Τα διηγήματα ανεβαίνουν στο περιοδικό κάθε δεύτερο σαββατοκύριακο (με εξαίρεση το Νοέμβριο που έχει τρεις δημοσιεύσεις). Αξίζει να σημειωθεί ότι αυτή ήταν η τελευταία χρονιά για το ελληνικό τμήμα του διεθνούς διαγωνισμού διηγήματος άρα και για την επιλογή. Το θέμα του 10ου διαγωνισμού ήταν: «Αριθμοί». Το διήγημα το οποίο έχει σειρά είναι:
Ο Πεντελής του Πέντε
του Κώστα Παπαϊωάννου
΄Όχι, μα τις πέντε φρόνιμες παρθένες, δεν είναι ορθογραφικό λάθος. Ο Πεντελής ήταν αρχικά Παντελής, μετά τον φωνάζανε Πεντελή και πτου ξανά απ’ την αρχή, Παντελή. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά τους.
Ο Παντελής γεννήθηκε στις πέντε πέμπτου του πενήντα πέντε, ημέρα Πέμπτη, στις πέντε το απόγευμα, στο χωριό Πεντάκωμο. Χρόνια μετά, όταν δώσανε ονόματα στους δρόμους, η διεύθυνση του ήταν, οδός Πεντέλης, 5. Κανείς δεν έδωσε σημασία σ΄ αυτές τις συγκυρίες, παρά μόνο το σύμπαν, που συνωμότησε και σύνταξε ένα αλλόκοτο σενάριο για τη μετέπειτα ζωή του Παντελή. Η μάνα του, μιας και γεννήθηκε ανήμερα της γιορτής της Αγίας Ειρήνης, ήθελε να του δώσουνε το όνομα, Ειρηναίος, αδιαφορώντας με το τι κράξιμο θα άκουγε ο γιος της στο σχολείο. Ευτυχώς όμως, ο πατέρας του έστησε πόδι και του δώσανε το όνομα του παππού Παντέλα, για να διατηρηθεί για ακόμα τουλάχιστον μια γενιά, το ονοματεπώνυμο Παντελής Παντελίδης.
Τίποτα το μεμπτό τους πρώτους μήνες. Ύπνο, φαί και σκατό. Όταν έγινε πέντε μηνών ο Παντελής, είπε, αρκετά πρόωρα, την πρώτη του δισύλλαβη λέξη. Όμως, δεν είπε ούτε «μάμμα», ούτε «παπά», όπως συνήθως πρωτολένε τα μωρά στην Κύπρο. Είπε ένα ολοκάθαρο «πέντε»! Και μάλιστα το επαναλάμβανε, δυο τρεις φορές κάθε μέρα. Στους οκτώ μήνες πάνω, το αναβάθμισε σε «μάμμα, πέντε» και στους δέκα, σε « παπά, πέντε». Ήταν τότε που κάποιος έριξε στο τραπέζι την ιδέα και τον Παντελή τον φωνάζανε πλέον, Πεντελή. Ήταν τότε που το η ύπουλη και σατανική συνομωσία του σύμπαντος άρχισε να ξεδιπλώνεται αναιδέστατα και η κυριαρχία του «πέντε» να απλώνει κρυφά και αθόρυβα τα πλοκάμια της, στη ζωή του Πεντελή.
Πέντε χρόνων, ο Πεντελής έπαιζε με τα γειτονόπουλα του κρυφτό και όταν έκλεινε τα μάτια αριθμούσε «πέντε, δεκαπέντε, εικοσιπέντε …..», μέχρι το «εκατόν πέντε». Πέντε χρόνων, ο Πεντελής εξιστορούσε στην τρίχρονη αδερφή του,τα παραμύθια που του έλεγε τα βράδια η μάνα του. Μόνο που ο κακός, λύκος δεν κατάπιε εφτά κατσικάκια παρά μόνο πέντε (να μην βαρυστομαχιάσει κιόλας)! Η χιονάτη ήταν με τους πέντε νάνους (σχόλασε τον Γκρινιάρη και τον Υπναρά, λόγω διαγωγής ) και τα ανόητα γουρουνάκια αριθμούσαν πέντε, αντί τρία! Αγαπημένο του παιχνίδι οι «πέντε πέτρες» και στην παραλία έφτιαχνε κάστρα με την άμμο σε σχήμα πεντάγωνο.
Όταν πήγε στο δημοτικό, καθόταν φυσικά στο πέμπτο θρανίο. Ήταν πολύ καλός στην καλλιγραφία. Όσες λέξεις του έβαζε η δασκάλα, τις έγραφε και μετά, έγραφε και μια γραμμή «πέντε». Στην αρχή η δασκάλα το διασκέδαζε. Μια μέρα όμως θεώρησε ότι παρατράβηξε το αστείο και του ζήτησε να σταματήσει να καλλιγραφεί τη λέξη «πέντε». Τότε ο Πεντελής, άρχισε να καλλιγραφεί κάτι πιο δύσκολο. Τη λέξη «πενήντα πέντε». Ήταν πολύ καλός και στο ποδόσφαιρο και από την τρίτη τάξη ήταν βασικός στην ομάδα του σχολείου. Εννοείται ότι φορούσε τη φανέλα με τον αριθμό πέντε.
Στην αρχή, όλοι γύρω του γνώριζαν την ιδιαιτερότητα του και διασκέδαζαν μαζί του. Το «πέντε» δεν ήταν πάντα δική του επιλογή. Πολλές φορές ξεπετιόταν μπροστά του με κάποιο μυστήριο και θαυμαστό τρόπο και ο Πεντελής το δεχόταν σαν κάτι αναμενόμενο και φυσιολογικό. Για παράδειγμα, δεν τον προβλημάτισε ποτέ που ξένα άτομα και σερβιτόροι, του έφερναν στο πιάτο πέντε κεφτεδάκια ή πέντε λουκουμάδες χωρίς να γνωρίζουν τα περί της λόξας του.
Όσο περνούσαν όμως τα χρόνια, το «πέντε» άρχισε να γίνεται εμμονή για τον Πεντελή και οι γύρω του άρχισαν να δυσανασχετούν. Ο παπάς του κατηχητικού ήταν έξω φρενών μαζί του. Έβαζε πέντε φορές τον σταυρό του, μετρούσε τους ευαγγελιστές πέντε και τους αποστόλους δεκαπέντε. Τα εξαπτέρυγα χερουβίμ και σεραφείμ, τα ονόμαζε πενταπτέρυγα.
Τα χρόνια πέρασαν και ο Πεντελής μπήκε στην εφηβεία. Έστησε μια παρέα πέντε άτομα και πήγαιναν τα σαββατόβραδα και διασκέδαζαν. Αγαπημένο του στέκι οι «Πέντε Νότες». Εκεί έπινε το μπράντι του FiveKingsτης ΚΕΟ, κάπνιζε τσιγάρα ThreeFives και καλαμπούριζε με την παρέα του. Καθιερωμένη του ατάκα, ήταν το «μα τις πέντε φρόνιμες παρθένες» που του το σέρβιραν και οι φίλοι του και χαχανίζανε όλοι μαζί. .Οι οργανοπαίχτες, που έμαθαν την λόξα του, τού έπαιζαν σε ειδική αφιέρωση και έναν πεντοζάλη και του τραγουδούσαν διασκευασμένο το «πέντε πέντε πέντε, πέντε πέντε θ’ ανεβαίνω τα σκαλιά». Και ο Πεντελής μεράκλωνε και χόρευε. Μετά άνοιγε το πορτοφόλι του, που παρεμπιπτόντως είχε μόνο σε χαρτονομίσματα, πεντόλιρα και πεντοσέλινα, τραβούσε έξω ένα πεντόλιρο και ασήμωνε την ορχήστρα.
Κάποτε αγόραζε και λαχεία που έπρεπε οπωσδήποτε ο αριθμός τους να λήγει τουλάχιστον στο πέντε. Τα λαχεία δεν πρέπει να ήταν στο συμπαντικό σενάριο γιατί μόνο μια φορά κέρδισε πέντε λίρες στους λήγοντες. Όταν έπαιζε τόμπολα, αγόραζε ολόκληρη τη σειρά των καρτών για να έχει όλα τα πεντάρια. Δεν κέρδισε καμιά φορά κάτι, αλλά αυτό δεν τον χαλούσε. Σημασία είχε να ήταν όλα τα πεντάρια μπροστά του και να μην κακοφανήσει κανένα, αφήνοντας το έξω.
Μετά τον στρατό, ο Πεντελήςγράφτηκε να σπουδάσει δάσκαλος. Ο πατέρας του, του αγόρασε ένα αυτοκίνητο Ρενό 5 για κυκλοφορεί μόνος του. Μια μέρα, επιστρέφοντας από την Παιδαγωγική Ακαδημία, του έκανε ωτοστόπ μια τσιγγάνα. Την μετέφερε εκεί που του ζήτησε, αλλά πριν κατεβεί, η τσιγγάνα άρπαξε την χούφτα του Πεντελή και κοίταξε μέσα. Έμεινε λίγο σκεπτική και μετά του είπε « Σε πέντε χρόνια θα παντρευτείς μια μεγαλύτερη σου και θα κάνετε μαζί πέντε παιδιά. Θα περάσεις όμως και πέντε σοβαρές αρρώστιες, αλλά μη φοβάσαι, θα επιζήσεις!»
Τέλειωσε τις σπουδές του και διορίστηκε δάσκαλος στο χωριό Πενταλιά, της επαρχίας Πάφου. Σαν δάσκαλος που ήταν, έπρεπε να κρατήσει μια αξιοπρεπή επαφή με την εκκλησία. Πάντα όμως με τους δικούς του όρους. Εκκλησιαζόταν τις μεγάλες γιορτές, Πάσχα, Χριστούγεννα και Φώτα και όταν άρχιζε το Τριώδιο, τις πέντε Κυριακές των Νηστειών. Την Μεγάλη Πέμπτη το βράδυ πήγαινε στην ακολουθία της Σταύρωσης, όπου διαβάζονται τα δώδεκα ευαγγέλια, αλλά ο Πεντελής έφευγε μετά το πέμπτο. Την επομένη το πρωί, πολλοί Κύπριοι συνηθίζουν να επισκέπτονται και να προσκυνούν εφτά στολισμένους επιτάφιους σε εφτά διαφορετικές εκκλησιές. Ο Πεντελής κρατούσε το έθιμο αλλά πήγαινε μόνο σε πέντε. Δεν γιόρταζε του Αγίου Παντελεήμονα αλλά γιόρταζε την Κυριακή της Πεντηκοστής και στις 9 Νοεμβρίου, γιορτή του αγαπημένου του αγίου, του Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως.
Ο Παντελής δεν τα πήγαινε και πολύ καλά με τις γυναίκες. Κομψός και ευφυής, έλκυε τις κοπέλες. Μόλις όμως ανακάλυπταν την εμμονή του με το «πέντε», τον άφηναν στα κρύα του λουτρού. Και αυτός ο αφιλότιμος, δεν έβαζε νερό στο κρασί του. Τα πάντα έπρεπε να περιστρέφονται γύρω από το «πέντε». Αν δεν φοβόταν μην τον επισκεφθεί ο παππούς του ο Παντέλας στον ύπνο του, θα έκανε ένορκο δήλωση και θα γραφόταν στο ληξιαρχείο σαν Πεντελής Πεντελίδης. Όλα τα ραντεβουδάκια έπρεπε να γίνονται στις πέντε το απόγευμα, γιατί δεν βόλευε να γίνονται και κάποια στις πέντε το πρωί. Στις αργοπορημένες, έδινε διορία πέντε λεπτά και μετά γινόταν καπνός. Πώς να σταυρώσει κοπελιά;
Και όμως, τον ερωτεύτηκε μια δασκάλα συνάδελφος του, η Νιόβη, και μάλιστα πήρε αυτή την πρωτοβουλία και του ζήτησε να βγούνε έξω ένα βράδυ και να τα πούνε. Ο Πεντελής πήγε στην συνάντηση πέντε λεπτά προηγουμένως, κουμπωμένος, χωρίς ιδιαίτερες προσδοκίες, αν και ομολογουμένως η συνάδελφος του ήταν όμορφη. Η Νιόβη ήρθε ακριβώς στην ώρα της. Είπανε διάφορα και γελάσανε, χωρίς να ανάψει κάποια σπίθα ανάμεσα τους. Και εκεί που νομίζανε ότι θα πήγαινε ο καθένας στο σπίτι του όμορφα κι ωραία, έβαλε μπουρλότο η Νιόβη, αποκαλύπτοντας στον Πεντελή ότι γεννήθηκε στις πέντε πέμπτου του πενήντα πέντε, στις πέντε το πρωί. Ο Πεντελής πετάχτηκε όρθιος από την έκπληξη του και της αποκάλυψε κι αυτός πότε γεννήθηκε. Η Νιόβη γέλασε με την καρδιά της, θεωρώντας το θέμα σαν μια αστεία συγκυρία. Για τον Παντελή όμως ήταν μια αποκάλυψη. Τέτοια σύμπτωση δεν μπορούσε να ήταν μόνο ένα ευχάριστο αστείο. Το κερασάκι στην τούρτα ήταν όταν η Νιόβη του είπε ότι είναι προσφυγοπούλα από την Πεντάγυια της επαρχίας Μόρφου! Ο Παντελής, στον ενθουσιασμό του πάνω, έβλεπε πια την Νιόβη όχι απλά όμορφη, αλλά πεντάμορφη! Αυτό το κορίτσι δεν έπρεπε να το αφήσει να του γλιστρήσει από τα χέρια του. Το βράδι, όταν ξάπλωσε στο κρεβάτι του και αναλογιζόταν αυτά που του είπε η Νιόβη, θυμήθηκε τονχρησμό της τσιγγάνας! Και η Νιόβη ήταν κατά δώδεκα ώρες μεγαλύτερη του! Έκανε τους υπολογισμούς του και μέτρησε να είχαν περάσει τέσσερα χρόνια από τότε. Μέτρησε και τις βαριές αρρώστιες που πέρασε από τότε και τις βρήκε κι αυτές, τέσσερις! Πνευμονία, κωλικός στα νεφρά, έρπης στα χείλη και έλκος στο στομάχι. Άρα, για να επαληθευθεί ο χρησμός της τσιγγάνας, έπρεπε σε ένα χρόνο να παντρευτεί τη Νιόβη, να αρρωστήσει ακόμα μια φορά και μετά να βάλουν μπροστά τα πέντε παιδιά!.
Με τέτοιο ενθουσιασμό και αποφασιστικότητα, και με το γεγονός ότι η Νιόβη ήταν τσιμπημένη με τον Πεντελή, ήταν πολύ εύκολο για να γίνουν οι δυο ζευγάρι. Ο Πεντελής ξεκαθάρισε πλήρως στη Νιόβη την εξάρτηση του, ή αν προτιμάτε, τη βίδα του, με το «πέντε». Η δασκάλα, τυφλωμένη από έρωτα, τον αποδέχτηκε ασυζητητί. Το μόνο που δεν της αποκάλυψε ο Πεντελής, ήταν ο χρησμός της τσιγγάνας. Ο ίδιος όμως, πεπεισμένος ότι ήταν προφητικός, αποφάσισε να τον τηρήσει κατά γράμμα.
Τον Μάιο του 1985, συμπληρώνονταν και τα πέντε χρόνια από τότε που συνάντησε την τσιγγάνα. Έτσι, την ημέρα των γενεθλίων τους, μέρα Κυριακή, την καθόρισε ετσιθελικά και σαν μέρα του γάμου τους. Άλλο που δεν ήθελε η Νιόβη. Σαν νιόπαντροι, το αναμενόμενο ήταν να βρίσκονται σχεδόν όλοι μέρα στο κρεβάτι. Ο Πεντελής, όμως, είχε τα σχέδια του. Ήθελε οπωσδήποτε το πρώτο τους παιδί να γεννηθεί στις πέντε του Μάη του 1986. Γι’ αυτό, τους πρώτους τρεις μήνες του γάμου τους, προφασιζόμενος φτιαχτές υποχρεώσεις και φανταστικές αρρώστιες, κρατούσε τις συνευρέσεις τους αραιές και πάντα με μεγάλη προφύλαξη. Όταν όμως ήρθε ο Αύγουστος, ξέχασε και τις υποχρεώσεις, ξέχασε και τις αρρώστιες, πέταξε και τα προφυλακτικά και έπεσε με τα μούτρα, που λέει ο λόγος, μέσα στα σκέλια της Νιόβης. Μελέτησε στάσεις, μελέτησε διατροφή, μελέτησε τα πάντα για να μεγιστοποιήσει τις πιθανότητες να μείνει η Νιόβη έγκυος. Και η συμβία του απολάμβανε στο έπακρο το παθιασμένο σεξ του Πεντελή και τη βασιλική του περιποίηση.
Τέλος του Σεπτέμβρη επιβεβαιώθηκε η εγκυμοσύνη της Νιόβης. Χαρές και πανηγύρια στο σπίτι. Ο Πεντελής πετούσε στους πέντε ουρανούς και στα πέντε σύννεφα. Όταν ο γυναικολόγος, τους ενημέρωσε ότι ο αναμενόμενος τοκετός της Νιόβης αναμενόταν περί το τέλος Μάϊου του 1986, ο Πεντελής έριξε ένα σατανικό χαμόγελο σαν αυτό της Κρουέλα Ντεβίλ, που δεν το πρόσεξε κανείς. Για τον ίδιο, ήταν δεδομένο ότι το παιδί τους θα γεννιόταν στις πέντε του Μάη.
Μέχρι τον Μάη, ο Πεντελής είχε τη Νιόβη μη βρέξει και μη στάξει. Και η ίδια έκανε του κόσμου τα καμώματα και τις πιο απίστευτες επιθυμίες. Παράλληλα όμως, ζούσανε και με τη λόξα του Πεντελή. Έτσι, τα σερβίτσια των πιάτων ήταν πέντε και το καθένα από αυτά είχε πέντε τεμάχια. Οι καλεσμένοι τους ήταν πέντε και τα κηροπήγια στο τραπέζι είχαν από πέντε κεριά. Το πλυντήριο ρούχων πεντάκιλο, πέντε ψαράκια στη γυάλα και άλλα πολλά του συναφιού του «πέντε».Τα ζούσε όλα αυτά η Νιόβη και νόμιζε ότι τα συμμεριζόταν κιόλας. Υποσυνείδητα όμως τα κατάτασσε σαν γελοία, ψυχαναγκαστικά, σπαστικά και επικίνδυνα. Όλα αυτά ήταν μέσα της σαν ηφαίστειο που καραδοκούσε την κατάλληλη στιγμή να εκραγεί.
Τα Χριστούγεννα, το ζεύγος Πεντελή, τα πέρασε επεισοδιακά. Ο Πεντελής είχε πρόβλημα με τη χολή του και μάλιστα χρειάστηκε να αφαιρέσει κάποιες πέτρες. Ανήμερα των Χριστουγέννων ήταν κλινήρης στο νοσοκομείο. Αυτό όμως δεν τον χάλασε καθόλου γιατί κάλυψε τις πέντε σοβαρές ασθένειες και πλέον έβαζε πλώρη για το τελευταίο μέρος του χρησμού, τα πέντε παιδιά.
Την τελευταία εβδομάδα του Απρίλη, επισκεφθήκανε τον γυναικολόγο και αυτός τους είπε ότι η εγκυμοσύνη προχωρεί κανονικότατα και ότι αναμενόμενο ήταν την τελευταία εβδομάδα του Μάη να γεννιόταν ο γιος τους. Και τότε έσκασε η βόμβα. Ο Πεντελής καθάρισε το λαιμό του και τους ανακοίνωσε με κεφαλαία γράμματα ότι στις πέντε του Μάη θα έφερνε τη Νιόβη στην κλινική για να γεννήσει με καισαρική! Νιόβη και γυναικολόγος τον κοίταξαν άφωνοι. Ο γυναικολόγος δεν μπορούσε να καταλάβει γιατί έπρεπε να βιαστούν να γεννήσουν πρόωρα.
Η Νιόβη όμως κατάλαβε. Και έκανε την επανάσταση της. Το ηφαίστειο που λέγαμε. Σηκώθηκε πάνω οργισμένη, άστραψε ένα βροντερό χαστούκι του Πεντελή και ούρλιαξε «Αυτό δεν θα περάσει ποτέ! Θα πάω σπίτι μου και θα γεννήσω τον γιο μου όποτε θέλω και όπως θέλω»! Άρπαξε την τσάντα της και έγινε καπνός!
Τον πείραξε πάρα πολύ αυτό, τον Πεντελή. Σίγουρα γιατί καταποντίστηκαν τα σχέδια του αλλά περισσότερο γιατί αγάπησε πολύ τη Νιόβη και δεν ήθελε να την χάσει. Η ίδια δεν του απαντούσε ούτε στα τηλεφωνήματα του, ούτε στα μηνύματα του. Άρχισε να χάνει τις δυνάμεις του, να νιώθει ζαλάδες και να έχει φοβερούς πονοκεφάλους. Τα βράδια έβλεπε στον ύπνο του πεντάρια να χαχανίζουν σαρκαστικά, να φυτρώνουν από τα πλάγια τους χερούκλες και να τον αρπάζουν από τον λαιμό να τον πνίξουν. Δεν υπήρχε θέμα για τον ίδιο να πάει ούτε σε γιατρό, ούτε σε ψυχίατρο, γιατί είχε είδη συμπληρώσει τις πέντε ασθένειες. Βλέπετε, η ελπίδα πεθαίνει τελευταία. Μέχρι που λιποθύμησε στην τάξη και τον πήραν με ασθενοφόρο στο νοσοκομείο. Οι γιατροί είχαν διαγνώσει κάτι σαν οξεία αγχώδη νεύρωση
Όταν συνήλθε ο Πεντελής, συλλογίστηκε αρκετά και τα έβαλε επιτέλους και με τον εαυτό του. Κατάλαβε ότι αυτή η εμμονή του με το «πέντε», σκόρπισε τη ζωή του στους πέντε ανέμους. Ψήλωσε πάνω τις παλάμες του, άνοιξε πέντε δάχτυλα δεξιά και πέντε αριστερά και μούντζωσε διαδοχικά τον εαυτό του.
Μόλις πήρε εξιτήριο, έτρεξε στα πεθερικά του, έπεσε στα πόδια της και ζήτησε συγνώμη από τηΝιόβη. Την παρακάλεσε να επιστρέψει σπίτι και να γεννήσει με τους όρους της. Και το πιο σημαντικό, φίλησε σταυρό ότι δεν επρόκειτο ποτέ ξανά να ασχοληθεί ούτε με το πέντε, μα ούτε και με κανένα άλλο αριθμό. Η Νιόβη τον συγχώρεσε, επέστρεψε στο σπίτι της και γέννησε στις 28 του Μάη τον Μάριο. Ο Πεντελής έγινε ξανά Παντελής, τα κεφτεδάκια έξι, οι λουκουμάδες τέσσερις, και γενικά το «πέντε» το διέγραψε από τη ζωή του.
Είκοσι πέντε χρόνια μετά, μια μέρα του Μάρτη, περπατούσε ο Παντελής με τον Μάριο κάπου στη Λευκωσία και τους έπιασε βροχή. Δεν κρατούσανε ομπρέλες και μπήκανε μέσα σε ένα πρακτορείο του ΟΠΑΠ για να μην βραχούν.
– Πατέρα, παίζουμε ένα ΚΙΝΟ να περάσει η ώρα;
– Όχι, Μάριε, εγώ έχω πάρει διαζύγιο με τους αριθμούς. Παίξε εσύ.
Ο Μάριος συμπλήρωσε ένα δελτίο, το κατάθεσε και σταθήκανε μπροστά στην οθόνη για να δουν αν θα βγουν οι αριθμοί του. Και τότε είδαν να βγάζει το σύστημα πρώτα το 3 και ακολούθως με σειρά, τους αριθμούς 13, 23, 33, 43, 53, 63 και 73! Ο Μάριος κοίταξε κατάπληκτος τον Παντελή.
– Πατέρα, το είδες αυτό;
– Αριθμοί είναι γιε μου, μη δίνεις σημασία!
– Πατέρα, βγήκαν όλα τα τριάρια! Και σήμερα είναι Τρίτη τρεις του Μάρτη και η ώρα πήγε τρεις!
– Τίποτα δεν σημαίνουν όλα αυτά! Αριθμοί είναι, σου λέω! Τον αντίκοψε ενοχλημένος ο Παντελής.
Βγήκανε έξω, και ο Μάριος έβηξε τρεις φορές. Περάσανε έξω από ένα ξωκλήσι και έβαλε τρεις φορές τον σταυρό του. Μπήκανε σε ένα ανθοπωλείο και αγόρασε τρία τριαντάφυλλα για να τα πάρει της κοπελιάς του που της έστειλε ήδη τρία μηνύματα στο κινητό λέγοντας της «Σ’ αγαπώ! Είμαι τρισευτυχισμένος μαζί σου»!
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΣ
Κώστας Παπαϊωάννου: Γεννήθηκα το 1954 στη Λευκωσία. Έχω μεταπτυχιακό δίπλωμα στη Ψυχολογία και είμαι παντρεμένος με τρία παιδιά. Με το λογοτεχνικό γράψιμο ασχολούμαι εντατικά, τα τελευταία επτά χρόνια. Έχω γράψει μυθιστορήματα, νουβέλες, διηγήματα, παραμύθια, θεατρικά έργα, σκετς και ποιήματα. Έργα μου, σε όλες τις κατηγορίες, έχουν βραβευτεί επανειλημμένα από διάφορους λογοτεχνικούς φορείς και εκδοτικούς οίκους. Έχω εκδώσει το 2016 το παιδικό μυθιστόρημα «Τα Δαμάσκηνα της κυρά-Μάχης» (Εκδόσεις Εντύποις), το 2018 το μυθιστόρημα «Ιστορίες της Πλάκας – Αλλήθωρες Προσδοκίες» (Εκδόσεις Τελεία) και το 2019 το έργο Παιδικής Λογοτεχνίας «Ο Βένετος Ηνίοχος» (Εκδόσεις Ζωή και Τέχνη).
Η ΣΕΙΡΑ ΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΩΝ
ΕΠΙΛΟΓΗ EYELANDS (με σειρά συμμετοχής)
ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ
Ο Πεντελής του Πέντε – Κώστας Παπαϊωάννου
Το παζλ – Χριστίνα Λυγάτσικα
Το τυχερό του νούμερο ήταν το έξι, ναι το έξι, το έξι… – Χαράλαμπος Κόκκινος
ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ
Οι δύο εις σάρκαν μίαν – Μαίρη Κατσανίδου
Το κουμπί με το νούμερο 22 – Βασιλική Δραγούνη
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ
Ούτε μία στο εκατομμύριο – Ρένα Λασπίτη
Τα νούμερα – Μαρία Μαρούτα
ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ
Δίδυμοι πρώτοι – Σοφία Νικολιδάκη
Ο κύριος Νίκος – Παντελής Τζανουδάκης
ΜΑΡΤΙΟΣ
Η αλληλουχία – Ιωάννα Χατζηαντωνίου
Στο δώδεκα – Στέλλα Τσίγκου
ΑΠΡΙΛΙΟΣ
Η Μαρία μου – Δώρα Καντζιλιέρη
Οι άριστοι – Αγγελική Χυτήρη
ΜΑΙΟΣ
Το 7 για το καλό – Κλαίρη Κανελλοπούλου
Γλυκόπικρο -Κατερίνα Κρυστάλλη
ΙΟΥΝΙΟΣ
Η μεταμόρφωση – Φανή Βούλτσου
Ο μικρός μαύρος πίνακας – Μιχάλης Μακόγλου
ΙΟΥΛΙΟΣ
Στο τεσσαρακοστό πέμπτο χιλιόμετρο της Αττικής Οδού -Κωνσταντίνος Ν. Κιούσης
Ξεραμένο αίμα – Καλλιόπη Παπαδοπούλου