Η επιλογή παρουσιάζει τα διηγήματα του 10ου διεθνούς διαγωνισμού διηγήματος (ελληνικό τμήμα) που επιλέχθηκαν για δημοσίευση στο λογοτεχνικό περιοδικό eyelands. Η δημοσίευση αρχίζει κάθε χρόνο τον Οκτώβριο και ολοκληρώνεται λίγο πριν ανακοινωθούν τα αποτελέσματα του επόμενου διαγωνισμού. 21 συγγραφείς συμμετέχουν με διηγήματά τους στην Επιλογή. Η δημοσίευση θα γίνει με σειρά συμμετοχής. Τα διηγήματα ανεβαίνουν στο περιοδικό κάθε δεύτερο σαββατοκύριακο (με εξαίρεση το Νοέμβριο που έχει τρεις δημοσιεύσεις). Αξίζει να σημειωθεί ότι αυτή ήταν η τελευταία χρονιά για το ελληνικό τμήμα του διεθνούς διαγωνισμού διηγήματος άρα και για την επιλογή. Το θέμα του 10ου διαγωνισμού ήταν: «Αριθμοί». Το διήγημα το οποίο έχει σειρά είναι:
Το παζλ
της
Χριστίνας Λυγάτσικα
Ο Σείνακ καθόταν υπομονετικά στον θάλαμο αναμονής. Πλάι του ένα παράθυρο από το οποίο εισέβαλε το φως του καλοκαιρινού ήλιου και τον έλουζε.
Είχε ξυπνήσει από τα χαράματα, είχε φορέσει το καλό του κουστούμι ίσως για να μην φαίνεται τόσο καχεκτικός στην όψη.
Το ρολόι στον τοίχο χτύπησε οκτώ ακριβώς.Σε λίγο θα ερχόντουσαν οι τέσσερις πρώτοι άνθρωποι για να εμβολιαστούν. Ο γιατρός με τους βοηθούς του είχαν ανοίξει το ιατρείο από νωρίς. Κάτω από την πολυκατοικία είχαν επιμεληθεί ένα μικρό κήπο με τριανταφυλλιές. Ήταν το μόνο χρώμα ανάμεσα στις γκρίζα και βρώμικα κτίρια. Οι ευωδίες των ρόδων ξεγλίστρησαν από το παράθυρο και σκορπίστηκαν σε όλο το δωμάτιο. Έκλεισε τα μάτια του και τα μύρισε με απόλαυση. Πως γίνεται μια τέτοια ευλογημένη μέρα να μην νιώθει κανείς χαρούμενος; Συλλογίστηκε. Είχε πολύ καιρό να γευτεί αυτό το συναίσθημα. Η άνοιξη άφησε πικρή γεύση. Ήταν ένας ζωντανός εφιάλτης, θαρρείς πως είχε επισκιάσει ακόμα και τον ήλιο.
Το κουδούνι της εξώπορτας χτύπησε μία φορά. Όταν άνοιξε εισήλθε ένας άντρας γεροδεμένος, ψηλός, με φωτεινό χαμόγελο. Κατευθύνθηκε στη ρεσεψιόν και έδωσε τα στοιχεία του. Η γραμματέας τον οδήγησε στο γνωστό δωμάτιο.
«Περάστε στο καθιστικό κύριε Φαμπιέν».
Στάθηκε και αυτός μπροστά στο παράθυρο, πήρε μία βαθιά ανάσα και κάθισε απέναντι από τον Σείνακ. Αγνόησε την παρουσία του και επέλεξε να διαλέξει ένα περιοδικό από την στοίβα του τραπεζιού. Ο Σείνακ δεν μπόρεσε να ξεπεράσει την φυσική ντροπαλοσύνη που κατείχε. Υπερίσχυσε τελικά η σιωπή.
Το κουδούνι ξαναχτύπησε, τρείς φορές συνεχόμενα. Μπήκαν μέσα σαν θύελλα, τρεις φιγούρες, δύο γυναίκες ένας άντρας. Έδωσαν και αυτοί με την σειρά τους τα στοιχεία τους και προχώρησαν στον χώρο αναμονής. Κάθισαν αναπαυτικά στο καναπέ με μια φυσική άνεση. Ο Φαμπιέν τους πλησίασε κατευθείαν για να τους συστηθεί. « Καλημέρα σας, ονομάζομαι Φαμπιέν, εσάς πως σας λένε;»
Η κοπέλα αναφώνησε αμέσως με τα μάγουλα της να έχουν κοκκινήσει: «Χάρηκα για την γνωριμία, είμαι η Αυγή και από εδώ οι γονείς μου» οι γονείς της σηκώθηκαν όρθιοι και τον χαιρέτησαν «Μας συγχωρείται αλλά δεν μπορούμε να σας δώσουμε το χέρι μας , έχει απαγορευτεί πλέον η χειραψία.»
«Κανένα πρόβλημα..», αποκρίθηκε ο Φαμπιέν, «Βέβαια καταλαβαίνεται πόσο δύσκολο είναι για έναν πολιτικό να μην έρχεται σε κοντινή επαφή με τους συμπολίτες του» χασκογέλασε.
«Α, ώστε είστε πολιτικός!» είπαν ταυτόχρονα οι δύο γονείς. Η Αυγή συμπλήρωσε τον ενθουσιασμό τους :«Από την αρχή μου φάνηκε οικείο το πρόσωπο σας κύριε Φαμπιέν».
Η μεταξύ τους συζήτηση συνεχίστηκε για λίγα λεπτά. Οι γονείς της Αυγής συνεχώς παίνευαν την κόρη τους, και ήταν αρκετά ενθουσιασμένοι που λόγω το νεαρό της ηλικίας της -ήταν μόλις δεκαεννέα- θα μπορούσε επιτέλους μετά την τρίμηνη απομόνωση να ζήσει, να δημιουργήσει να διασκεδάσει. Παράλληλα ο Φαμπιέν ως ηγετική φυσιογνωμία προσανατόλιζε την κουβέντα τους στα σχέδια που σκόπευε να υλοποιήσει με σκοπό η πόλη τους να αξιοποιηθεί σωστά μετά το πέρας αυτής της πανδημίας.
Ο Σείνακ δεν συστήθηκε με κανέναν, δεν συμμετείχε σε καμία συζήτηση, απλά τους παρατηρούσε αθόρυβα, κυρίως την Αυγή. Ήταν όμορφη, έξυπνη, χαρισματική, ζωντανή, το αντίθετο από αυτόν.
Ο γιατρός αργούσε…αργούσε πεισματικά. Η τηλεόραση έπαιζε στο βάθος, σκέτη ηχορύπανση, ακόμα και αν το έκανε διακριτικά. Η ώρα είχε πάει δέκα το πρωί.Η Αυγή χάζευε το ταβάνι, ο Φαμπιέν είχε καταφέρει να διαβάσει σχεδόν όλο τα περιοδικά. Άβολη σιωπή.
Ο Σείνακ παρατήρησε ένα μεγάλο ράφι γεμάτο βιβλία, όπου στη μέση υπήρχε ένα πάζλ. Σαν σηκώθηκε να το πιάσει, πετάχτηκε η Αυγή σαν ελατήριο από την θέση της και το άρπαξε. «Ένα πάζλ! Έχω τόσο καιρό να φτιάξω ένα! Θέλετε να δοκιμάσουμε;»
«Πόσα κομμάτια έχει;» ,ρώτησε ο Φαμπιέν.
«Είναι κάμποσα… πεντακόσια!», παραδέχτηκε εκείνη.
«Μα πεντακόσια είναι ο τέλειος αριθμός», συμφώνησαν οι γονείς της. Η Αυγή προσπέρασε αυτήν την πληροφορία.
Από την τηλεόραση ακούστηκε:«Καλημέρα σας κυρίες και κύριοι, σύμφωνα με την καταμέτρηση των επιστημόνων οι θάνατοι που προκλήθηκαν από τον ιό ανέρχονται στους τετρακόσιους ενενήντα εννέα, και παραμένουν σταθεροί εδώ και τρείς βδομάδες…»
«Μπορούμε να κάνουμε μια προσπάθεια!», είπε και το τοποθέτησε στο κέντρο του τραπεζιού.
Η εικόνα που προοριζόταν για το πάζλ ήταν τουλάχιστον μαγευτική, αποπλανητική. Σχεδόν ανάγλυφα παρίστανε βουνά και λιβάδια, έχοντας χρησιμοποιήσει όλη την παλέτα χρωμάτων. Μέσα στο πυκνό χορτάρι ήταν μια γυναικεία μορφή, γυρισμένη πλάτη, το μέτωπο της στραμμένο στη φύση. Φύση…πόσο καιρό είχαν να την χαρούν όλοι.
Ο Φαμπιέν άνοιξε το κουτί απότομα και σκορπίστηκαν τα κομμάτια. «Προτείνω να ξεκινήσουμε να τοποθετούμε τις άκρες πρώτα, και μετά να προχωρήσουμε στο κέντρο, και θαρρώ πως βρήκα το πρώτο κομμάτι..». Η Αυγή τον διέκοψε «Γιατί να μην το διαχωρίσουμε τα κομμάτια στα χρωματικά όμοια μεταξύ τους και στα χρωματικά ανόμοια; Είναι αλληλένδετα το ένα με το άλλο οπότε θα οδηγήσουν και στη λύση πιο γρήγορα!». O Φαμπιέν αποκρίθηκε, «Είναι πάντα καλύτερα να ξεκινάς από την αρχή του νήματος…Το ένα κομμάτι πάντα συμβάλλει στη δημιουργία ολόκληρου του πάζλ. Από αυτό θα χτιστεί πηγαία.». Οι γονείς κατόρθωσαν να αρθρώσουν μία λέξη: «Μα…».
Ακολούθησε μια αλληγορία, μια παράφωνη συμφωνία. Ο καθένας ήθελε να παρέμβει με το δικό του τρόπο, είχαν όλοι διαφορετικές ιδέες, κατέληξαν σαν ένα μπερδεμένο κουβάρι. Από την μία ο Φαμπιέν ήθελε να γίνει ο πρωτοπόρος του πάζλ, από την άλλη η Αυγή να τον παρασύρει στη σκέψη της. Οι γονείς της ακολουθούσαν την δική τους ροή, μόνοι τους, αγνοώντας τους. «Τι παρωδία!», σκέφτηκε ο Σείνακ. Είχε μαζέψει λίγα κομμάτια στη μεριά του, ήθελε να τους βοηθήσει μα δεν τον άφηναν. Τα πρόσεχε με ευλάβεια μην τυχόν και φανεί χρήσιμος.
Ποιος μπορούσε άλλωστε να τους βοηθήσει, όταν οι ίδιοι δεν ήθελαν να σεβαστούν ένας τον άλλον; Το πάζλ άρχιζε να φαίνεταιμπερδεμένο, με αταίριαστα κομμάτια. Μία πολύ άσχημη εκδοχή του, καλύτερα. Ίσως το εμπνεύστηκαν από την ανθρώπινη κοινωνία. Όλοι μας είμαστε ανεξάρτητα κομμάτια που φτιάχνουμε ένα κοινό πάζλ, πολλές φορές όμως δεν μπορούμε να λειτουργήσουμε αρμονικά.
Όταν το αντίκρισαν, η απέχθεια ήταν ζωγραφισμένη στα πρόσωπα τους. Τότε έσπασαν, λύγησαν, ηρέμησαν, το διέλυσαν και άρχισαν να το συναρμολογούν από την αρχή. Ο Φαμπιέν έβαζε τα ακριανά κομμάτια, η Αυγή έβρισκε τα χρωματικά όμοια , οι γονείς της επιμελήθηκαν να φτιάξουν το κέντρο. Σιγά, σιγά άρχισε να σχηματίζεται, το μάτι δεν μπορούσε να ξεφύγει από τη θωριά του. Η διαδικασία άρχισε να κυλά μελωδικά, σαν μια καλοκουρδισμένη ορχήστρα, μια μαθηματική ακολουθία.Ησυχία.
Ο Φαμπιέν, μόνο είχε μια απορία για μία στιγμή: «Δεν σας ρώτησα τι επαγγέλλεστε;», οι γονείς απάντησαν:«Ήμασταν μαθηματικοί, τώρα όμως απολαμβάνουμε το δημιούργημα μας ως αποτέλεσμα της ένωσης μας, την Αυγή». Και ξαναστρώθηκαν στη δουλειά.
Ήταν σχεδόν έτοιμο, έλειπε ένα κομμάτι όμως, ήταν αυτό που συμπλήρωνε το σώμα της γυναίκας. Το έψαχναν σε όλο το δωμάτιο. Παντού, πουθενά…
Ο Σείνακ συνειδητοποίησε ότι κρατάει σφιχτά στην παλάμη του, ένα κομμάτι. Χαμογέλασε και αναφώνησε: « Έχω, εγώ το τελευταίο κομμάτι». Δεν γύρισαν καν να το κοιτάξουν, σαν να μην ενοχλήθηκαν καθόλου, συνέχισαν το ψάξιμο. «Μήπως δεν με άκουσαν;»,σκέφτηκε. Φώναξε πιο δυνατά αυτή τη φορά: «Εγώ κρατώ το τελευταίο κομμάτι του πάζλ ,δείτε!.Τίποτα.
Φανερά εκνευρισμένος, αναθάρρεψε και αποφάσισε να το τοποθετήσει στη σωστή θέση. Το πάζλ ολοκληρώθηκε. Η Αυγή, αγανακτισμένη είπε: « Μα που στο καλό καταχωνιάστηκε…». Μόλις το άκουσε αυτό ο Σείνακ τρελάθηκε. Έβγαλε το κομμάτι από τη θέση του , και το πέταξε κάτω με μένος.
«Δεν με ακούτε, σας μιλάω», άρχισε να ωρύεται. Τον θυμό του τον τερμάτισε ο γιατρός που βγήκε με την ρόμπα του και προσκάλεσε την Αυγή να περάσει μέσα για να εμβολιαστεί πρώτη. Εκείνη σηκώθηκε από το πάτωμα πρόθυμα και τίναξε την φούστα της.
«Όχι σταθείτε,» έλεγε ο Σείνακ, «γιατί κανένας σας δεν μου μιλάει.. Μιλήστε μου!». Απελπισμένος, κρεμάστηκε από την μπλούζα της Αυγής για να τον προσέξει. Εκείνη άρχισε να χλομιάζει. «Δεσποινίς, αισθάνεστε καλά;», αναφώνησε ο γιατρός ξαφνισμένος. Εκείνη γαντζώθηκε από πάνω του, άρχισε να βήχει ακατάπαυστα.
«Γρήγορα, οι παλμοί της είναι χαμηλοί», ούρλιαζε ο γιατρός στις νοσοκόμες. Οι γονείς της αγκαλιάστηκαν, ο Φαμπιέν ήταν τρομοκρατημένος, με δάκρυα που κυλούσαν στα μάγουλα του.
Ο Σείνακ σοκαρισμένος έκανε δύο βήματα πίσω, κοίταξε τα χέρια του με φόβο και έπειτα το πάτωμα. Ακριβώς από κάτω του ήταν πεσμένο το κομμάτι, γυρισμένο ανάποδα. Κάτι αχνά έγραφε πάνω, αλλά δεν μπορούσε να το δείκαλά. Το σήκωσε να το διαβάσει: «Σείνακ= Κανείς= 0».
Μούδιασε. Από τα κρύα χέρια του κύλησε το κομμάτι.
Η τηλεόραση παρέμενε ανοιχτή. Σαν απόηχος ακούστηκε από το βάθος:«Κυρίες και κύριοι διακόπτουμε το πρόγραμμα μας για να σας ενημερώσουμε ότι οι θάνατοι στην περιοχή μας αυξήθηκαν σε πεντακόσιους. Οι επιστήμονες επικαλούνται την μαθηματική λογική και συμβουλεύουν το εξής: ποτέ μην αψηφάτε το θάνατο, βρίσκεται καθημερινά δίπλα μας χωρίς να τον αντιλαμβανόμαστε. Όμως υπάρχει κι ας νομίζουμε ότι είναι ανύπαρκτος, ένα μηδενικό.Είναι ένας κύκλος που τίποτα δεν μπορεί να ξεφύγει από τα όρια του, που όλα τα εσωκλείει, που μέσα του τα πάντα καταλήγουν και τα πάντα παράγονται.»
Η κοπέλα έπεσε αναίσθητη στο πάτωμα. Ο Σείνακ, τρεμάμενος κοίταξε έξω από το παράθυρο.
Ένα ρόδο άνθισε…
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΣ
Γεννήθηκα τον Φεβρουάριο του 2000 στην Καστοριά, όπου και μεγάλωσα. Σπουδάζω φιλολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Τρέφω λεπτά αισθήματα για την λογοτεχνία, ήταν αυτή που μου έδωσε το ερέθισμα να αναπτύξω την φαντασία μου. Η σχέση μου με την συγγραφή θα έλεγα ότι είναι πηγαία και αναγκαία. Ίσως ο μόνος τρόπος που με βοηθάει να βάλω το μυαλό μου σε τάξη και να εκφραστώ. Στον ελεύθερο μου χρόνο χορεύω, μαθαίνω γερμανικά και έχω δημιουργήσει το δικό μου blog(christinalygatsika.wixsite.com/soliloquy) του οποίου η ιδέα είναι ταυτόσημη με το όνομα του «soliloquy» δηλαδή ο μονόλογος ενός ηθοποιού με στόχο να μοιραστεί τις εσωτερικές του σκέψεις με το κοινό, ένας μονόλογος όμως καθόλου παθητικός, με μια διαφορετική διάσταση.Πίσω από κάθε απόφαση μου να ασχοληθώ με κάτι καινούργιο κρύβεται μια επιθυμία να γνωρίσω καλύτερα τα ενδότερα του εαυτού μου.
ΕΠΟΜΕΝΕΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ
ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ
Το τυχερό του νούμερο ήταν το έξι, ναι το έξι, το έξι… – Χαράλαμπος Κόκκινος
Οι δύο εις σάρκαν μίαν – Μαίρη Κατσανίδου
Το κουμπί με το νούμερο 22 – Βασιλική Δραγούνη
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ
Ούτε μία στο εκατομμύριο – Ρένα Λασπίτη
Τα νούμερα – Μαρία Μαρούτα
ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ
Δίδυμοι πρώτοι – Σοφία Νικολιδάκη
Ο κύριος Νίκος – Παντελής Τζανουδάκης
ΜΑΡΤΙΟΣ
Η αλληλουχία – Ιωάννα Χατζηαντωνίου
Στο δώδεκα – Στέλλα Τσίγκου
ΑΠΡΙΛΙΟΣ
Η Μαρία μου – Δώρα Καντζιλιέρη
Οι άριστοι – Αγγελική Χυτήρη
ΜΑΙΟΣ
Το 7 για το καλό – Κλαίρη Κανελλοπούλου
Γλυκόπικρο -Κατερίνα Κρυστάλλη
ΙΟΥΝΙΟΣ
Η μεταμόρφωση – Φανή Βούλτσου
Ο μικρός μαύρος πίνακας – Μιχάλης Μακόγλου
ΙΟΥΛΙΟΣ
Στο τεσσαρακοστό πέμπτο χιλιόμετρο της Αττικής Οδού -Κωνσταντίνος Ν. Κιούσης
Ξεραμένο αίμα – Καλλιόπη Παπαδοπούλου