Μαρία Σωμαράκη – συνέντευξη

Με αφορμή την κυκλοφορία της συλλογής «Με ρωτάς γιατί χάνομαι», η Μαρία Σωμαράκη μιλάει στο eyelands για το ποιητικό της έργο

1/ Πότε ξεκινήσατε να ασχολείστε με την ποίηση;

Με την ποίηση δεν “ασχολούμαι” ακριβώς. Συνυπάρχω. Ως αναγνώστρια θυμάμαι τον εαυτό μου από μικρή να επιστρέφω ξανά και ξανά σε στίχους που ίσως δεν καταλάβαινα αλλά ένιωθα. Ώς γράφουσα η ανάγκη εμφανίστηκε πολύ πιο αργά. Δεν ήταν απόφαση αλλά περισσότερο εσωτερική πίεση. Απλώς κάποια στιγμή δεν μπορούσα να μη γράψω. Και νομίζω οτι εκεί είναι η διαφορά, το γράψιμο για μένα δεν ήταν ποτέ απλά μια επιλογή, ήταν και είναι τρόπος επιβίωσης.

2/ Γεννηθήκατε στην Ελλάδα, ζήσατε στη Γερμανία, σε ποιο βαθμό αυτό
επηρέασε το λογοτεχνικό σας έργο;

Η ζωή στη Γερμανία μέσα σε μια πιεστική καθημερινότητα σε μια ξένη αρχικά χώρα έφερε στην επιφάνεια την ανάγκη για έκφραση στην πρώτη μητρική μου γλώσσα. Το γράψιμο ήταν συντροφιά, έκφραση και παρηγοριά που έφερνε στην επιφάνεια ερωτήματα όπως τι είναι ξένο και τι είναι δικό μου; Αναζητώντας την πατρίδα μέσα μου βρήκα μέσα από τις λέξεις που αναδύονταν, τις παρομοιώσεις που με εξέφραζαν και τις ιστορίες που κατέγραφα αλλά και στοιχεία και επιθυμίες που με οδήγησαν πιο κοντά στον ίδιο μου τον εαυτό.

3/ Έχετε ασχοληθεί με άλλα λογοτεχνικά είδη ή γράφετε αποκλειστικά
ποίηση; Ποια είναι η ποιητική διαδρομή σας ως τώρα;

Στην πορεία μου έχω γράψει διηγήματα, παραμύθια για ενήλικες και διάφορα άλλα αφηγηματικά κείμενα που ακόμα δεν μπορώ ακριβώς να βάλω σε κάποιο λογοτεχνικό “κουτάκι”. Κάποια περιμένουν υπομονετικά και άλλα ανυπόμονα την συνέχεια της εξέλιξης τους.

4/ Τι σημαίνει σήμερα «γράφω ποίηση» κατά τη γνώμη σας;

Σημαίνει να τολμάς να αποτυπώνεις το άρρητο, το αόρατο.
Σημαίνει να τολμάς να επιβραδύνεις για να παρατητήσεις το μέσα σου σε έναν κόσμο που όλα κινούνται γρήγορα.
Σημαίνει να επιμένεις να εκφράζεσαι ανθρώπινα και αληθινά σε μια εποχή που επικοινωνεί επιφανειακά και για το θεαθείναι.
Σημαίνει οτι δεν φοβάσαι να κοιτάξεις κατάματα την απώλεια και την χαρά, την ασχήμια και την ομορφιά, την αποτυχία και την ελπίδα και να τα αποτυπώνεις με λέξεις.
Και αν αυτό σημαίνει οτι αφήνεις κάτι από εσένα εκτεθειμένο και ευάλωτο, τότε αυτό είναι πέρα για πέρα ανθρώπινο.

5/ τα ποιήματά σας απευθύνονται σε ένα συγκεκριμένο κοινό; Έχετε
σκεφτεί τα κοινά στοιχεία που μπορεί να έχουν οι αναγνώστες σας;

Δεν γράφω για κάποιο συγκεκριμένο “κοινό”. Γράφω για όποιον/ όποια ψάχνει, χάνεται κι αναρωτιέται. Για όποιον/ όποια έχει ανάγκη να νιώσει λιγότερο μόνος/μόνη με τα υπαρξιακά ερωτήματα.
Δεν ξέρω ποιο μπορεί να είναι το “κοινό” μου. Ξέρω μόνο πως αν κάποιος/α αναγνωρίσει τον εαυτό του μέσα σε έναν στίχο, τότε κάτι μοναδικό έχει συμβεί.

6/ Ποια θα ήταν για εσάς η ιδανική «κριτική» ενός αναγνώστη για το
βιβλίο σας;

«Ένιωσα ότι μίλαγες για μένα.»
Αυτό αρκεί. Αν κάποιος διαβάζοντας με, ένιωσε λιγότερο μόνος ή περισσότερο αληθινός, δεν χρειάζεται τίποτε άλλο. Δεν είναι θέμα τεχνικής ή δομής αλλά περισσότερο θέμα σύνδεσης.

7/ Ποιες επιρροές αναγνωρίζετε στην ποίησή σας;
Οι επιρροές δεν είναι πάντα λογοτεχνικές — είναι βιωματικές.
Δεν μπορώ να πω οτι οι επιρροές είναι γνωστά ονόματα. Μπορώ να πω όμως οτι είναι εικόνες, συναισθήματα και αναπάντητα ερωτήματα. Βλέμματα. Αισθήσεις. Λέξεις. Σιωπές.
Φυσικά, μέσα μου ζουν στίχοι και ποιητές όπως η Κατερίνα Γώγου, η Κική Δημουλά και ο Τίτος Πατρίκιος.

8/Έχετε σπουδάσει Συμβουλευτική Ψυχολογία με μετεκπαιδεύσεις στην Βιοθυμική Υπνοθεραπεία και τα Ανθοϊάματα. Πιστεύετε ότι η γνώση αυτή καθρεφτίζεται στο ποιητικό σας έργο;

Οι σπουδές και μετεκπαιδεύσεις μου δεν είναι απλώς γνώσεις που διδάχτηκα. Είναι θαυμαστά εργαλεία που έχουν διαμορφώσει βαθιά τον τρόπο που αντιλαμβάνομαι τον κόσμο. Αυτό καθρεφτίζεται και στα κείμενα μου. Η ποίηση μου δεν είναι θεραπεία, ούτε διδασκαλία. Όμως η κατανόηση των ψυχικών διεργασιών, η επαφή με τον ανθρώπινο πόνο και τις ανάγκες με κάνουν να γράφω με μεγαλύτερη ευαισθησία και βάθος. Είναι σαν να έχω ένα επιπλέον zoom στην ματιιά μου που μου επιτρέπει να προσεγγίζω λέξεις και έννοιες όχι μόνο ως εικόνες αλλά και ως αποχρώσεις ψυχικών τοπίων, άλλοτε σκοτεινών και άλλοτε ελπιδοφόρων.

9/ Διαβάζω σε ένα ποίημά σας τους στίχους:
Ή η ζωή είναι επικίνδυνη
ή εμείς είμαστε δειλοί
Εσείς τι πιστεύετε γι’ αυτό;

Πιστεύω ότι η ζωή είναι επικίνδυνη. Όχι από τη φύση της, αλλά από τη στιγμή που αρχίζουμε να την παίρνουμε στα σοβαρά. Από την στιγμή που αρχίζει να μας καταπίνει το βόλεμα, η ρουτίνα.
Και ότι πολλές φορές, για να την αποφύγουμε, ντυνόμαστε με μια δειλία ή μια παραίτηση καλά συγκαλυμμένη που ονομάζουμε «Ασφάλεια» και «Λογική».
Δεν μπορώ ακόμα να αποφασίσω τι είναι πιο δύσκολο: να ζεις με θάρρος ή να παραδέχεσαι τη δειλία σου.

10/ Τι ονειρεύεστε για την ποιητική σας ζωή;
Να συνεχίσω να γράφω κόντρα στις φωνές που λένε οτι η ποίηση δεν έχει αναγνώστες ή είναι για τους λίγους.
Να μην πάψω να γράφω ακόμα κι όταν όλα μου λένε να σωπάσω.
Να συνεχίσω να αντέχω τα σκοτάδια και τις σκιές μου. Να αφουγκράζμαι τις σιωπές που χρειάζεται η ποίηση για να γεννηθεί.
Και να υπάρχουν άνθρωποι που, διαβάζοντάς με, θα ψιθυρίζουν μέσα τους: «Ναι, κάπως έτσι το νιώθω κι εγώ

link για το Spotify

Στην επόμενη ζωή 

Υποκλίνομαι δάσκαλε 

Σκρόφα 

Καταφύγιο