Βραβευμένα κείμενα από τα Eyelands Book Awards!

Το eyelands.gr θα δημοσιεύσει τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο μεταφρασμένα κείμενα από βιβλία που βραβεύτηκαν στον διεθνή διαγωνισμό Eyelands Book Awards* για το 2024.

SHORT STORY UNPUBLISHED

Black Crescent – Townsend Walker

USA

Ο Townsend Walker αντλεί έμπνευση από νεκροταφεία, ξένους τόπους, βία και δυναμικές γυναίκες. Έχει εκδοθεί η συλλογή διηγημάτων του «3 Γυναίκες, 4 Πόλεις, 5 Σώματα & άλλες ιστορίες»,  Deeds Publishing, 2018. Επίσης η νουβέλα «La Ronde», που αποτελείται από σπονδυλωτές ιστορίες, από την Truth Serum Press, 2015. Πάνω από εκατό διηγήματα και ποιήματα που έχουν δημοσιευτεί σε λογοτεχνικά περιοδικά.Δύο υποψηφιότητες για το βραβείο PEN/O.Henry.Κάνει κριτική για το «New York Journal of Books».Διδάσκει δημιουργική γραφή στο Mount Tamalpais College στην πανεπιστημιούπολη των κρατικών φυλακών San Quentin. Ο ιστότοπός του είναι https://www.townsendwalker.com.

*

ΤΑΟΥΝΣΕΝΤ ΓΟΥΟΚΕΡ

Μαύρη Ημισέληνος

Η νύφη φορούσε ένα σατέν φόρεμα ντραπέ με ανοιχτή πλάτη. Η Εστέλ είδε το σημάδι στον αριστερό ώμο της νύφης. Το είδε, καθώς η νύφη την προσπερνούσε, περπατώντας στον διάδρομο, η Εστέλ το είδε από κοντά. Αδιαμφισβήτητο. Κόντρα στο λευκό νυφικό. Έβαλε το χέρι της στο στόμα της για να καλύψει την ανάσα της. Ρόουζ. Η Ρόουζ, το μωρό που είχε εγκαταλείψει είκοσι επτά χρόνια νωρίτερα, είχε το ίδιο μαύρο σημάδι σε σχήμα ημισελήνου.

* * *

Η Εστέλ είχε γνωρίσει τη Ρόουζ μια εβδομάδα νωρίτερα σε ένα μικρό δείπνο που παρέθεσε η νονά της νύφης, η Σαρλίν. Η Εστέλ βρήκε τη νύφη όμορφη, με πρόσωπο αγγελικό, φωτισμένο από ατσάλινα μπλε μάτια, πλαισιωμένο από μακριά καστανόξανθα μαλλιά. Η ομιλία της είχε ένα αξάν που της είχε αφήσει η εκπαίδευσή της στο βορρά. Η Ρόουζ έκανε την Εστέλ να μιλάει για τον εαυτό της. Δεν ήταν κάτι που το συνήθιζε με αγνώστους. Η Εστέλ ομολόγησε ότι ξόδευε όλο τον χρόνο της και τα περισσότερα από τα χρήματά της σε βιβλία. Διάβαζε το «Δεν γίνονται αυτά εδώ» του Σίνκλερ Λιούις*, για το ενδεχόμενο της επικράτησης του φασισμού στην Αμερική, και πρόσφατα τελείωσε το «Ο Λόρενς μετά την Αραβία» του Λίντελ Χαρτ, μια τολμηρή αφήγηση της ζωής ενός δυνατού ανθρώπου. Η Ρόουζ είχε διαβάσει αυτά τα βιβλία. Και οι δυο τους βρήκαν, προς μεγάλη τους χαρά, τις απόψεις του για τα βιβλια να ταιριάζουν πολύ. Πλησίασαν τις καρέκλες τους και έγειραν η μία πάνω στην άλλη. Χωρίζοντας, έπιασαν το χέρι της άλλης και φιλήθηκαν. Μια σπάνια νεαρή γυναίκα, σκέφτηκε η Εστέλ. Αυτό το δείπνο με την καλύτερή της φίλη και την βαφτιστήρια κόρη της πήγε όπως ήλπιζε η Σαρλίν. Είχε διαισθανθεί ότι θα υπήρχαν κοινά στον τρόπο σκέψης και ενσυναίσθηση.

Η Σαρλίν, μια χήρα του πολέμου, είχε έρθει στην Κολούμπια από το Λούισβιλ στα μέσα της δεκαετίας του 1920 για να γίνει διευθύντρια του Λυκείου της Κομητείας Αντέρ. Στο Λούισβιλ ήταν που η Σαρλίν έγινε η νονά της Ρόουζ. Μερικά χρόνια αργότερα, ο πατέρας της Ρόουζ, τώρα χήρος, μετακόμισε για να γίνει πάστορας στο Πρεσβυτεριανό Κολούμπια.

* * *

Η εκκλησία ήταν διακοσμημένη με ένα τρόπο που η Εστέλ δεν είχε ξαναδεί. Αψίδες από ροζ τριαντάφυλλα σε όλο το μήκος του διαδρόμου με ένα ροζ σατέν χαλί για τους καλεσμένους του γάμου. Ο συνδυασμός από τα κεριά και τα τριαντάφυλλα σχημάτιζαν φτερά εκατέρωθεν της Αγίας Τράπεζας.

Αλλά η Εστέλ δεν μπορούσε να μείνει για την τελετή. Δεν μπορούσε να μείνει χωρίς να πει τίποτα. Δεν μπορούσε να μείνει σιωπηλή όταν ο ιερέας, ο πατέρας της Ρόουζ, ρώτησε «Γνωρίζει κανείς κάποιον λόγο για τον οποίο η Ρόουζ Αν Στρίνγκερ και…» Σίγουρα θα περπατούσε μπροστά και θα έλεγε: «Αυτό το κορίτσι είναι η κόρη μου. Αυτός ο άντρας, εκεί, είναι ο αληθινός πατέρας της νύφης».

Αυτός ο άντρας, εκεί, στο πρώτο στασίδι, στη δεξιά πλευρά του διαδρόμου, ήταν ο πατέρας του γαμπρού. Ήταν ο πατέρας της νύφης και του γαμπρού. Ο Τζορτζ. Είχε αλλάξει από τότε που τον γνώριε, είχε αποκτήσει την εικόνα του χρήματος. Ένα κατακόκκινο πρόσωπο, ένα σφιχτό ξύρισμα, ένα γυαλιστερό μέτωπο και 9 παραπανίσια κιλά. Αλλά είχαν παραμείνει τα χαμηλά αυτιά του και η κλίση του κεφαλιού του.

Ο Τζορτζ είχε γεννηθεί σε αυτή την πόλη. Από ένα διαλυμένο σπίτι, είχε βγει στους δρόμους, αλλά έμαθε να ντύνεται, να μιλάει, να δείχνει ωραίος, ακόμα και όταν έκανε κάτι άσχημο. Μπράτσα για τον Τζέσι Τζέικομπς. Ο Τζέσι θα σου έδινε δάνειο, θα σου έβρισκε αυτοκίνητο, θα σου έβρισκε ευχάριστη παρέα, οπουδήποτε στην κομητεία Αντέρ.

Η Εστέλ έφυγε κρυφά από την εκκλησία για να μην διαταράξει την τελετή, δεν έπρεπε να το καταλάβουν ούτε ο Αιδεσιμότατος Σπρίνγκερ, ούτε η Σαρλίν. Έπεισε τον οδηγό της λιμουζίνας να την πάει στην πόλη. Η θερμοκρασία είχε ανέβει στους 30 βαθμούς Κελσίου. «Η τελετή θα διαρκέσει άλλα 30 λεπτά. Θα έχεις χρόνο», είπε και του έδωσε ένα δεκάρικο φιλοδώρημα.

Καθόταν στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου, ήταν μια Πακάρ, μοντέλο του 1935, με οβάλ πλαϊνό παράθυρο. Είπα στον εαυτό μου τότε, δεν θα την ξαναδώ ποτέ, αν το κάνω, το σημάδι γέννησης είναι ο τρόπος με τον οποίο θα την αναγνωρίσω, θα αναγνωρίσω το μωρό μου. Κοίταξε πίσω στην εκκλησία, την περιεργάστηκε και γύρισε την πλάτη της, πριν ξεκινήσει ο σοφέρ.

* * *

Η Εστέλ εγκατέλειψε το μωρό της με μεγάλη απροθυμία. Η σχέση της με τον πατέρα του μωρού ήταν μακροχρόνια και, παρά τη φήμη του Τζορτζ, ήταν ένας γενναιόδωρος και ευγενικός μνηστήρας. Εκείνη διατηρούσε τις ελπίδες της. Αλλά όταν έμεινε έγκυος, εκείνος αρνήθηκε να στηρίξει το μωρό ή έστω αυτήν. Της πέταξε 20 δολάρια και έφυγε από την πόλη. Δεν θα κολλούσε σε μια μικρή πόλη με μια γυναίκα και ένα παιδί.

Εργαζόταν ως υπάλληλος στο ταμείο των καλλυντικών του Woolworth. Δεν είχε άλλη επιλογή για το μωρό. Δεν μπορούσε να το μεγαλώσει και δεν είχε οικογένεια να στηριχτεί. Δεν της είπαν το όνομα του θετού ζευγαριού. Καλύτερα να μην ήξερε, είπε το πρακτορείο. Με αυτό τον τρόπο δεν θα υπήρχαν γκρίζες ζώνες. Για μήνες μετά, περπατούσε στο πάρκο μετά τη δουλειά. Χωρίς κανέναν τριγύρω, έγερνε στην αρχαία βελανιδιά δίπλα στη λίμνη και έκλαιγε. Αργότερα, πήγε σε νυχτερινό σχολείο και βρήκε μια σταθερή δουλειά ως λογίστρια για την Champion Construction, μια περιφερειακή κατασκευαστική εταιρεία.

* * *

Η Εστέλ διάβασε την ανακοίνωση του γάμου στην εφημερίδα. Έγραφε ότι ο γαμπρός και η οικογένειά του ήταν από τη Νέα Ορλεάνη. Εκεί λοιπόν ήταν που πήγε ο Τζορτζ. Ο γαμπρός είχε αποφοιτήσει από το Τουλέιν και εργαζόταν για μια επενδυτική τράπεζα στη Νέα Υόρκη. Ο πατέρας του γαμπρού ήταν αντιπρόεδρος στην Whitney Bank. Η μητέρα του γαμπρού ήταν στο διοικητικό συμβούλιο του Μουσείου Τέχνης της Νέας Ορλεάνης. Η εφημερίδα έγραφε ότι η Ρόουζ αποφοίτησε από τη Νομική Σχολή του Γέιλ και τώρα εργαζόταν στο γραφείο του Εισαγγελέα στο Μανχάταν. «Το μωρό μου τα πήγε καλά», σκέφτηκε. «Και είναι έξυπνη. Δεν ξέρω αν θα μπορούσα να τα είχα καταφέρει τόσο καλά μαζί της. Αλλά το δείπνο της Σαρλίν ήταν περισσότερο από όσο είχα ελπίσει ποτέ. Να τη δω, μια νεαρή, στοχαστική, μορφωμένη κυρία, με μια δουλειά με κύρος. Να την αγγίξω, να τη φιλήσω. Το μωρό μου.

* * *

Η Εστέλ δεν κοιμήθηκε. Για δύο μέρες και δύο νύχτες έκαιγε ο εγκέφαλός της. Τελικά, κάλεσε τον Τζορτζ. «Θα τους το πεις;»

«Δεν θα τους το πω, δεν έχεις αποδείξεις. Το έβγαλες από το μυαλό σου», είπε.

Είπε ότι είχε φωτογραφίες και πιστοποιητικό γέννησης και το σημάδι γέννησης.

«Δεν υπέγραψα κανένα πιστοποιητικό».

«Οι γονείς δεν κάνουν κάτι τέτοιο, Τζορτζ».

«Και αν πεις οτιδήποτε, Εστέλ, θα το μετανιώσεις, στο ορκίζομαι».

Η Εστέλ πάγωσε από φόβο. Δεν ήξερε τι να κάνει. Πήγε στη βιβλιοθήκη και διάβασε τα πάντα για τα προβλήματα υγείας των παιδιών των οποίων οι γονείς είναι γενετικά συνδεδεμένοι. Ήθελε να μιλήσει με την Σαρλίν, αλλά η φίλη της έλειπε από την πόλη. Μετά ξεκίνησε η νέα σχολική χρονιά και η Σαρλίν ήταν απασχολημένη όλη μέρα.

Πέρασε ένας μήνας, η Σαρλίν είπε στην Εστέλ ότι η Ρόουζ είχε αποβάλει. Το ζευγάρι είχε πάρει την απόφαση. Το έμβρυο είχε σοβαρό καρδιακό ελάττωμα. Η Ρόουζ και ο σύζυγός της βυθίστηκαν σε απόγνωση. Η Ρόουζ ήρθε στην πόλη για να μείνει με τον πατέρα της, για παρηγοριά και ανάρρωση.

* * *

Η Εστέλ κάλεσε τον Τζορτζ, πατέρα της Ρόουζ, πατέρα του συζύγου της Ρόουζ, πυλώνα της κοινωνίας της Νέας Ορλεάνης. «Τώρα θα τους το πεις;»

«Η ιστορία σου είναι τρελή», της είπε.

«Σκέψου το παιδί σου, τα παιδιά σου. Σκέψου τα εγγόνια σου».

Ο Τζορτζ έβαλε τις φωνές, «Έχω αυτό το λεκέ στην οικογένειά μου. Δεν είμαστε λευκά σκουπίδια!»

«Τότε θα το μάθουν. Πρέπει να το μάθουν», είπε.

«Μην το κάνεις αυτό.» Ο Τζορτζ χτύπησε το τηλέφωνο στο γραφείο του.

Η Εστέλ θα μιλούσε με τη Ρόουζ και τον θετό πατέρα της, τον Χένρι, την Κυριακή, μετά τη λειτουργία, σε δύο μέρες. Ήταν αποφασισμένη. Θα το έκανε αυτό.

* * *

Η Σαρλίν δεν είδε την Εστέλ στην εκκλησία την Κυριακή και πήγε στο διαμέρισμά της. Χτύπησε την πόρτα, καμία απάντηση. Γύρισε το πόμολο, η πόρτα άνοιξε. Βρήκε το σώμα της Εστέλ πεταμένο στο κρεβάτι της σαν πάνινη κούκλα. Μώλωπες στα χέρια της, γύρω από το λαιμό της. Την επόμενη μέρα, η εφημερίδα δημοσίευσε το άρθρο στην πρώτη σελίδα της.

Η Ρόουζ συγκλονίστηκε όταν διάβασε τα νέα. Τη γυναίκα με την οποία, έστω και για τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, είχε νιώσει τέτοια σύνδεση, δεν θα την έβλεπε ποτέ ξανά, δεν θα της ξαναμιλούσε ποτέ.

Η Σαρλίν ζήτησε από τη Ρόουζ μια χάρη: «Θα μπορούσες να πας στην αστυνομία; Θα χρειάζονται κάποιον με εμπειρία από τη μεγάλη πόλη, είμαι σίγουρη».

«Δεν ξέρω σε τι θα μπορούσα να βοηθήσω» είπε η Ρόουζ.

«Κάνε το για μένα, αγάπη μου».

Το επόμενο πρωί, η Ρόουζ μπήκε στο αστυνομικό τμήμα στην πλατεία στο κέντρο της Κολούμπια. Στην είσοδο, ένας αστυνομικός καθόταν πίσω από ένα γραφείο, ένα παραβάν για τους επισκέπτες. Πίσω του, ένα μεγάλο δωμάτιο με γραφεία και άντρες. Στους τοίχους, μια σημαία των ΗΠΑ και η σημαία της πολιτείας του Κεντάκι. «Μπορώ να μιλήσω στον ντετέκτιβ που είναι υπεύθυνος για την έρευνα της δολοφονίας της Ντέιβις;»

«Είναι ο Ματ Σμιτ, εκεί πέρα».

Ο Σμιτ, ένας μεγαλόσωμος άντρας, με τετράγωνο σαγόνι και μεγάλα, λαμπερά μάτια, ένιωθε ότι τα έβλεπε όλα καθαρά. Παραδέχτηκε ότι πιθανότατα δεν θα μπορούσε να βοηθήσει πολύ. Δεν γνώριζε την περιοχή, αλλά εργαζόταν στο γραφείο του Εισαγγελέα στο Μανχάταν και είχε συμμετάσχει σε κάποιες ποινικές έρευνες. Το θύμα, η Εστέλ Ντέιβις, ήταν φίλη του πατέρα και της νονάς της.

Άπλωσε το χέρι του και κράτησε το απλωμένο χέρι της στις παλάμες του. «Αυτό είναι ένα πραγματικό μυστήριο για εμάς, κυρία, οποιαδήποτε βοήθεια θα ήταν χρήσιμη.»

* * *

Η πόρτα του διαμερίσματος της Εστέλ δεν ήταν παραβιασμένη. Δεν ήταν κλειδωμένη. Η Εστέλ γνώριζε τον δολοφόνο. Μπήκαν σε ένα σαλόνι με ταπετσαρία καλυμμένο με σκηνές από την αγγλική εξοχή και με τέσσερις ψηλές, ξεχειλισμένες βιβλιοθήκες. Καθώς τα μάτια της σάρωσαν τους τίτλους των βιβλίων, η Ρόουζ ένιωσε ένα τσίμπημα. Ήξερε ότι θα μιλούσαν για μέρες. Στην κρεβατοκάμαρα, πίνακες του Βαν Γκογκ με παιδιά,  «Το πορτρέτο της μικρής Μαρσέλ Ρουλέν». Ο δολοφόνος δεν έψαχνε κάτι. Τίποτα δεν ήταν παράταιρο. Βρήκαν μερικές φωτογραφίες στο συρτάρι του γραφείου. Μια παλιά φωτογραφία μιας γυναίκας που κρατούσε ένα βρέφος. Πιθανώς ένα κοριτσάκι, με ένα φιόγκο στα μαλλιά της, ζαρωμένα χείλη, το χέρι γύρω από το λαιμό της μητέρας της. Η μητέρα φαινόταν περίπου δεκαοκτώ, δεκαεννέα ετών. Η Ρόουζ πήρε τη φωτογραφία μαζί της.

Εκείνο το βράδυ, στο σπίτι της Σαρλίν, η Ρόουζ ρώτησε αν η Εστέλ είχε πει ποτέ κάτι για μωρό; «Όχι, ποτέ. Το Νοσοκομείο της Κομητείας Αντέρ βρίσκεται λίγο έξω από την πόλη, στην 17η Οδό. Θα έχουν αρχεία».

Η Εστέλ Ντέιβις είχε αποκτήσει ένα μωρό, πριν από 27 χρόνια. Το όνομα του μωρού ήταν Ρόουζ Μαρί. Ο πατέρας του μωρού ήταν ο Τζορτζ Μπρίτζες. Ποιος ήταν ο Τζορτζ Μπρίτζες; Τον βρήκαν στα αρχεία της πόλης και του σχολείου: γιος της Μίλντρεντ (το γένος Άνταμς) και του Φρεντ, οι γονείς είχαν πεθάνει, αποφοίτησε από το Λύκειο της Κομητείας Αντέρ, 49 ετών τώρα.

* * *

Η Ρόουζ τηλεφώνησε στον άντρα της. «Γλυκέ μου, έχω κάποια άσχημα νέα. Όχι, όχι για μένα. Είμαι καλά, έτοιμος να γυρίσω σπίτι. Μου έλειψες τρομερά. Αλλά κάτι συνέβη. Θυμάσαι τη γυναίκα για την οποία σου είπα, αυτή με την οποία είχα μια τόσο όμορφη συζήτηση στο δείπνο την εβδομάδα πριν από τον γάμο, πριν έρθεις. Σκοτώθηκε. Όχι, κανείς δεν μπορεί να καταλάβει γιατί».

Η Ρόουζ εξήγησε ότι ο μπαμπάς και η Σαρλίν της ζήτησαν να βοηθήσει στην έρευνα. «Αποδείχθηκε ότι είχε ένα μωρό, που το έλεγαν Ρόουζ, όπως εμένα. Το όνομα του πατέρα ήταν Τζορτζ Μπρίτζες».

«Είμαι σίγουρη ότι αυτό είναι απλώς σύμπτωση. Τζορτζ είναι το όνομα του μπαμπά και δεν ξέρω ποιο ήταν το πραγματικό του επώνυμο». Ο Τομ είπε ότι όταν ο πατέρας του ήρθε στη Νέα Ορλεάνη χρόνια νωρίτερα, άλλαξε το όνομά του για να ταιριάζει. Ισχυρίστηκε ότι καταγόμασταν από τους Ακάδες* αποίκους.

*αναφέρεται στους γαλλικής καταγωγής αποίκους του Καναδά που εγκαταστάθηκαν στη χώρα στην περιοχή της Ακαδίας τον 17ο και 18ο αιώνα.

«Δεν τον ρώτησες ποτέ;»

«Αυτό δεν είναι κάτι που κάνεις. Δεν ρωτάς τον μπαμπά τίποτα για το παρελθόν του. Για εκείνον, η ζωή του ξεκίνησε όταν έφτασε στη Νέα Ορλεάνη».

«Δεν μπορεί να το λες σοβαρά;»

«Έχω ακόμα ρίγες στα οπίσθιά μου από τη στιγμή που με είδε να μπαίνω στο Δικαστικό Μέγαρο».

«Γλυκιά μου, το Μπρίτζες δεν είναι και τόσο μακριά από τον Ντιπόν».

«Ρόουζ, ανησυχώ ότι έχουμε κάποιο πρόβλημα εδώ. Εσύ τι λες;»

«Ούτε για μια στιγμή, αλλά πρέπει να το ξεκαθαρίσουμε όσο είμαι εδώ», είπε.

«Αγάπη μου, εσύ είσαι η δικηγόρος. Αν κάποιος μπορεί να βρει την άκρη, είσαι εσύ. Αλλά κάνε γρήγορα, σε παρακαλώ μωρό μου, δεν θα κοιμηθώ μέχρι να βεβαιωθούμε.

* * *

Η Ρόουζ είπε στον Ματ ότι έπρεπε να ψάξουν ξανά το διαμέρισμα. Ο Ματ έψαξε ξανά στην ντουλάπα, στο πάνω ράφι, στη γωνία, γάντια μέχρι τον αγκώνα, δαντελένια μαντήλια, διπλώματα, πιστοποιητικά γέννησης της Εστέλ και της Ρόουζ Μαρί, μίσθωση διαμερίσματος. Και περισσότερες φωτογραφίες, άλλη μια της Εστέλ με ένα μωρό. Το μωρό φοράει μόνο πάνες. Το μωρό με την πλάτη στην κάμερα.

Φωτογραφικό εργαστήριο στο αστυνομικό τμήμα. Μεγέθυνε τη φωτογραφία. Την καθάρισε. Η Ρόουζ στεκόταν ανάμεσα στον Ματ και τον τεχνικό του εργαστηρίου όταν κατέρρευσε. Το μωρό είχε μια μαύρη ημισέληνο στον αριστερό του ώμο. Έβαλαν τη Ρόουζ σε ένα τραπέζι και την κάλυψαν με μια κουβέρτα. Η πυροσβεστική έφτασε, οξυγόνο. Ανέκτησε τις αισθήσεις της. Τράβηξε το πουλόβερ της από τη μεριά του αριστερού ώμου.

Ο Ματ έβαλε τη Ρόουζ πολύ προσεκτικά στο αυτοκίνητό του και την πήγε πίσω στο πρεσβυτέριο. Πήγε κατευθείαν στο δωμάτιό της. «Να προσέχετε την κυρία, Αιδεσιμότατε».

Η Ρόουζ κοίταξε ξανά τη φωτογραφία, σκέφτηκε τον τόσο σύντομο, τόσο σύντομο χρόνο που είχε περάσει με τη μητέρα της. Η Ρόουζ άδειασε το στομάχι της.

Το επόμενο πρωί. «Μπαμπά, δεν μου τα είπες όλα;»

Ο πατέρας της κοκκίνισε. Την έπιασε από το χέρι. «Ήσουν μόνο ενός μηνός. Έπρεπε να στο είχαμε πει. Δεν μάθαμε ποτέ ποια ήταν η βιολογική σου μητέρα ή ο βιολογικός σου πατέρας».

«Γιατί δεν μου το είπες;»

«Η μαμά δεν ήθελε, με έβαλε να υποσχεθώ ότι δεν θα το κάνω, ήταν κάτι πολύ σημαντικό για εκείνη. Ήθελε να νιώσει 1000% ότι ήσουν δική της. Έλεγε στον εαυτό της όλο τον χρόνο που είχε περάσει στην εγκυμοσύνη, και έχοντας χάσει τόσα πολλά μωρά, ήταν τέσσερα, προτού τελικά αποφασίσει να υιοθετήσει. Ήσουν το μωρό της».

Ο Αιδεσιμότατος Στρίνγκερ ομολόγησε επίσης ότι άλλαξαν την ημερομηνία γέννησής της με την ημερομηνία υιοθεσίας της και άλλαξαν το μεσαίο της όνομα από Μαρί με αυτό της θετής μητέρας της, Άννα. Η Ρόουζ κάθισε, έβαλε το πρόσωπό της στο τραπέζι και έκλαιγε με λυγμούς. Ο πατέρας της την χάιδεψε στην πλάτη. Εκείνη τράβηξε το χέρι του μακριά.

Το επόμενο πρωί η Ρόουζ περπάτησε στο πάρκο. Στη λίμνη, κάθισε δίπλα σε ένα μεγάλο δέντρο. Τίποτα δεν είναι αληθινό σε μένα. Έκλαιγε, μιλούσε δυνατά, μιλούσε χαμηλόφωνα, κατά τη διάρκεια του μεσημεριανού γεύματος, κατά τη διάρκεια του δείπνου, μέχρι την ώρα που οι κύκνοι έβαλαν τους λαιμούς τους στα φτερά τους. Τότε ψιθύρισε: Ρόουζ Μαρί. Φώναξε τη Ρόουζ Μαρί. Πετάχτηκε πάνω και επέστρεψε στο πρεσβυτέριο.

«Θα βρω τον γαμημένο που σκότωσε τη μητέρα μου. Και τον Τζορτζ Μπρίτζες».

Δύο μέρες αργότερα, η Ρόουζ μπήκε στο αστυνομικό τμήμα. Ο Ματ πετάχτηκε από την καρέκλα του για να τη βοηθήσει να μπει. «Είσαι καλά; Θα έπρεπε να είσαι εδώ;»

«Ευχαριστώ, Ματ, αλλά δεν είμαι καλά. Πάμε να βρούμε τον δολοφόνο».

«Δεν υπάρχουν εχθροί της που να γνωρίζουμε στην πόλη», είπε ο Ματ. «Εκτός πόλης, ποιος την γνώριζε;»

«Τι γίνεται με τις τηλεφωνικές της κλήσεις;» είπε η Ρόουζ, και αναρωτήθηκε γιατί ο Ματ δεν το είχε ελέγξει αυτό πριν.

Στην τηλεφωνική εταιρεία ανακάλυψαν ότι η Εστέλ είχε κάνει μια κλήση, δύο μέρες μετά τον γάμο, στην Whitney Bank στη Νέα Ορλεάνη. Έπειτα, τρεις κλήσεις τις τελευταίες δύο εβδομάδες. Δύο στον ίδιο αριθμό. Είχε λάβει μία κλήση από αυτόν τον αριθμό.

«Περίεργο. Ο πεθερός μου, ο Τζορτζ Ντιπόν, είναι ανώτερος αντιπρόεδρος εκεί».

«Για πες μου».

Η Ρόουζ του εξήγησε.

«Πάμε να τον δούμε», είπε ο Ματ.

«Όχι αμέσως», είπε η Ρόουζ.

Η Ρόουζ έβαλε τον Ματ να καλέσει το Τμήμα Βιοχημικών Αρχείων της Λουιζιάνα για την Ενορία της Ορλεάνης. Δύο μέρες αργότερα, ήρθε η είδηση ότι είκοσι επτά χρόνια νωρίτερα ο Τζορτζ Ρόμπερτ Μπρίτζες υπέβαλε αίτηση για να αλλάξει το όνομά του σε Τζορτζ Ρόμπερτ Ντυπόν.

«Τώρα μπορούμε να πάμε να τον δούμε», είπε η Ρόουζ.

* * *

Η Ρόουζ τηλεφώνησε στον άντρα της. Του είπε ότι έπρεπε να το ακούσει αυτό καθισμένος. Εξήγησε για το πιστοποιητικό γέννησής της και για το πιστοποιητικό αλλαγής ονόματος του πατέρα τους που βρήκε η αστυνομία στη Νέα Ορλεάνη. «Γλυκέ μου, λυπάμαι πολύ», είπε.

            Δεν κατάλαβε γιατί.

«Πρόκειται για τα παιδιά. Δεν μπορούμε να έχουμε, όχι δικά μας, μόνο τα δικά σου και τα δικά μου. Μπορούμε να ζήσουμε με αυτό;»

Ο άντρας της δίστασε. Σκέφτηκε όλη την ταλαιπωρία των προφυλακτικών. Την ταλαιπωρία του να τραβιέσαι και να προσεύχεσαι.   

            «Μπορούμε να το συζητήσουμε λίγο περισσότερο, όταν γυρίσεις σπίτι;»

«Γλυκέ μου, δεν υπάρχει τίποτα να συζητήσουμε», είπε η Ρόουζ.

«Μετά από ό,τι συνέβη με το πρώτο μας παιδί. Αν θέλουμε παιδιά, υιοθετούμε».

«Δεν ξέρω.» Ο σύζυγός της δίστασε, «Δεν θα υπάρξουν άλλα Ντυπόν.»

«Δεν καταλαβαίνεις; Δεν υπήρξαν ποτέ».

«Τι θα έλεγε ο μπαμπάς;»

«Αυτό έχει σημασία; Η απόφαση αφορά εμάς. Όχι αυτόν. Θα τηλεφωνήσω όταν επιστρέψω από τη Νέα Ορλεάνη. Εν τω μεταξύ, θέλω να το σκεφτείς αυτό».

«Πες γεια στον μπαμπά».

* * *

«Κύριε Ντυπόν, νομίζω ότι ξέρεις ότι η νύφη σου είναι και κόρη σου;»

Ο τραπεζίτης άρχισε να φωνάζει με μανία. «Κάποια επινοημένη ιστορία από μια τρελή γυναίκα σε εκείνη την κωμόπολη της συμφοράς που παντρεύτηκαν αυτή και ο γιος μου».

Η Ρόουζ εξήγησε υπομονετικά ότι το όνομα Τζορτζ Μπρίτζες είναι στο πιστοποιητικό γέννησής της και το δικαστήριο της Νέας Ορλεάνης έχει καταγραφή ενός Τζορτζ Μπρίτζες, που γεννήθηκε σε εκείνη την κωμόπολη, και έγινε Τζορτζ Ντυπόν περίπου είκοσι επτά χρόνια νωρίτερα.

«Και γιατί;» Ο Ματ ρώτησε: «Αγόρασες εισιτήριο τρένου από τη Νέα Ορλεάνη για εκείνη την μικρή πόλη την ημέρα που δολοφονήθηκε η Εστέλ Ντέιβις και πίσω την επόμενη μέρα;»

Ο κ. Ντιπόν είπε ότι είχε δουλειές σε εκείνη την πόλη. Δείπνο με έναν πελάτη.

«Φτάσατε στις επτά το βράδυ, φύγατε στις επτά το επόμενο πρωί. Δέκα ώρες ταξίδι μετ’ επιστροφής για ένα δείπνο;» είπε ο Ματ.

Η Ρόουζ και ο Ματ είχαν ακολουθήσει τα ίχνη του Τζορτζ στην πόλη, δεν υπήρχε κανείς πελάτης. «Ελέγξαμε τα αρχεία της Γουίτνεϊ πριν φτάσουμε εκεί».

 «Εδώ, κύριε». Και η αστυνομία είχε δακτυλικά αποτυπώματα από το διαμέρισμα της Εστέλ Ντέιβις, ολόκληρα αποτυπώματα, πιθανώς ανδρικά, αν κρίνουμε από το μέγεθος. Δεν έχουν ακόμη ταιριάξει. Και μετά υπήρχαν τα τηλεφωνήματα. «Γιατί, κύριε Ντιπόν;»

«Γαμώτο, αυτή η γυναίκα κόντευε να καταστρέψει το όνομα της οικογένειάς μου. Ο χρόνος, η προσπάθεια, τα χρήματα που αφιέρωσα για να φτάσω εδώ, ένας ανώτερος αντιπρόεδρος της μεγαλύτερης τράπεζας της πόλης, της κοινωνίας της Νέας Ορλεάνης. Δεν μπορούσα να το επιτρέψω!»

* * *

Η Ρόουζ φώναξε τον άντρα της. «Σούγκαρ, τα πράγματα δεν είναι καλά εδώ κάτω».

«Τι συνέβη;»

«Ο πατέρας μας συνελήφθη για φόνο πρώτου βαθμού».

«Γιατί;»

«Στραγγάλισε τη μητέρα μου».

«Είσαι σίγουρη;»

«Είμαι σίγουρη γιατί ήμουν εκεί όταν ομολόγησε».

«Ρόουζ, πριν φύγεις, σκέφτομαι συνέχεια αυτό το θέμα με το μωρό, απλά δεν ξέρω».

«Λυπάμαι που δεν το καταλαβαίνεις, αλλά τι άλλο να πω;»

Μια εβδομάδα αργότερα, ο σύζυγος της Ρόουζ τη συνάντησε στον σταθμό Πεν στο Μανχάταν. Οι αχθοφόροι την ακολούθησαν με πέντε ξύλινα κιβώτια.

«Τι είναι αυτά;»

«Τα βιβλία της μητέρας μου».

«Πού θα τα βάλουμε; Πού θα κοιμόμαστε;»

Του έστειλε ένα φιλί καθώς οδηγούσε τους αχθοφόρους σε ένα φορτηγό που περίμενε. «Ξέρω μόνο που θα κοιμηθεί ο ένας από εμάς. Φαίνεται ότι θα έχουμε πολλά πράγματα να συζητήσουμε, έτσι δεν είναι, γλυκέ μου;»

* Το μυθιστόρημα “Δεν γίνονται αυτά εδώ” του Σίνκλερ Λιούις (ο πρώτος συγγραφέας των Ηνωμένων Πολιτειών που τιμήθηκε με το Βραβείο Νόμπελ) περιγράφει πώς ο ολοκληρωτισμός θα μπορούσε να κυριαρχήσει στις Ηνωμένες Πολιτείες. Το μυθιστόρημα γράφτηκε στη διάρκεια του Μεσοπολέμου, την περίοδο που οι ΗΠΑ βυθίζονταν στην οικονομική ανασφάλεια και στην Ευρώπη αναδυόταν το ναζιστικό σκότος. Έχοντας χαρακτηριστεί «ένα μήνυμα προς τους σκεπτόμενους Αμερικανούς», όταν εκδόθηκε το 1935. Εβδομήντα χρόνια αργότερα κυκλοφόρησε το μυθιστόρημα του Φίλιπ Ροθ «Συνωμοσία εναντίον της Αμερικής», το ενδεχόμενο να έχει κερδίσει τις εκλογές του 1940 ο φιλοναζί  πιλότος Τσαρλς Λίντμπεργκ. Ο Τραμπ εξελέγη πρόεδρος το 2016.

Μετάφραση: Γρηγόρης Παπαδογιάννης

  • Πρόκειται για τον μοναδικό διεθνή λογοτεχνικό διαγωνισμό βιβλίου με έδρα την Ελλάδα. Ξεκίνησε το 2018, θεωρείται πλέον από τους πιο έγκυρους διαγωνισμούς με αντικείμενο το βιβλίο που υπάρχουν στον κόσμο, συγκεντρώνοντας συμμετοχές από κάθε γωνιά του πλανήτη. Το μεγάλο βραβείο για την κατηγορία των βιβλίων που έχουν εκδοθεί είναι 5ημερη παραμονή στην Αθήνα ενώ για τα βιβλία που δεν έχουν εκδοθεί το βραβείο είναι η μετάφρασή τους στα ελληνικά και η έκδοσή τους από τις Παράξενες Μέρες. Από το 2024 θεσμοθετήθηκε ένα ακόμη βραβείο το Writers’ choice Award  όπου οι ίδιοι οι βραβευμένοι συγγραφείς ψηφίζουν για το καλύτερο βιβλίο.

Περισσότερα μπορείτε να δείτε εδώ: https://eyelandsawards.com/