Τα «ελληνικά» ποιήματα της Ιλίντα Στεφάνοβα

Η Ιλίντα Στεφάνοβα Μπράνερ είναι η συγγραφέας και ποιήτρια που τιμήθηκε το 2023 με το Grand Prize Eyelands Book Awards για το ιστορικό της αφήγημα «The coffee lovers». Η Ιλίντα έχει μια ιδιαίτερη αγάπη στην Ελλάδα και για το λόγο αυτό μας έστειλε αυτά τα εξαιρετικά ποιήματα που έχουν την έμπνευσή τους από τη χώρα μας και κάποια γράφτηκαν στη διάρκεια των ταξιδιών της εδώ, από όπου προέρχονται και οι φωτογραφίες που μας έστειλε. Η ποιήτρια που ζει στην Αυστραλία, με καταγωγή από την Βουλγαρία, μεταφράζεται για πρώτη φορά στα Ελληνικά, από τον Γρηγόρη Παπαδογιάννη. Σύντομα θα δημοσιευθεί στο «νησί» και η καθιερωμένη για τους μεγάλους νικητές των βραβείων συνέντευξή της.

Ο ΠΟΙΗΤΗΣ

                                       είναι εκεί και περιμένει

            κάτω από τη γέρικη ελιά

πίσω από έναν τηλεφωνικό θάλαμο καλυμμένο με γκράφιτι –

                το αλφάβητο της νιότης και της αθωότητας

η καθαρίστρια που βάφει τα μαλλιά της μωβ

του είπε ότι έχασε τον σκύλο της και έχασε το τελευταίο λεωφορείο

                          στη διαδρομή Β11

  το φεγγάρι κρύβεται πίσω από τα σύννεφα Angora

τι έχουν εκεί πάνω                  δωρεάν είσοδο

σε ένα σόλο βιόλα μπαστάρδα ή  μια συναυλία του Νταλάρα

συρρικνώνεται στο σώματός του τη ζεστασιά κρατώντας τα υπολείμματα

αισθήσεων και εμπιστοσύνης

 τα μάτια του δύο πεινασμένα μπαρμπούνια

σιγά σιγά τυφλώνονται διαβάζοντας τον τυφλό βάρδο από την Ιωνία,

                                         διαβάζοντας  Όμηρο

*

Απόψε δεν τα κατάφερε

                              να φτάσει σ’ εκείνο το σπίτι που είναι μόνο για άνδρες

Τον άφησαν να κοιμηθεί εκεί στο πάτωμα

              Μπορεί να δει

τους παλιούς λωποδύτες να τσακώνονται σαν τρελοί

πάνω από μια αρθριτική πόρνη ή έναν αξιοπρεπή γκέι

             Γροθιές και κατάρες     πετούν

Το θέαμα των ματωμένων σαγονιών ανακαλεί

             αναμνήσεις του χωρισμού στην παραλία

με καρχαρίες και γοργόνες

έχει ένα μπολ με ζυμαρικά πνιγμένο στη σάλτσα ντομάτας

του κοστίζει είκοσι ευρώ

για επιδόρπιο ένα μήλο

                             εντελώς Νευτονικό

                                            *

πρώτα έρχεται η αίσθηση του πουθενά

το πνεύμα του χωρίζει από το σώμα

πετώντας μακριά    φλερτάροντας

                                κόβοντας

    τον ομφάλιο λώρο της πραγματικότητας

   λυπηρό και σπάνιο

σαν λίμνες λάβας και πτηνά σε χειμερία νάρκη

        απογοητευτικό όπως η επιστροφή του Οδυσσέα

                                   *

κρατάει την ετοιμοθάνατη μέρα στην παλάμη του σαν φρούτο

διατηρώντας το παρελθόν ενός τρυφερού άνθους

κρατά τη μέρα όπως κρατάει μια λέαινα

την αντιλόπη ζωντανή για τα μικρά της να κάνουν τις ασκήσεις τους στο φόνο

η ανθρωπότητα του φαίνεται αδέξια και μπερδεμένη αυτή την ώρα

σαν να μην χτίστηκε ποτέ η Ακρόπολη

Η Τοκάτα και η Φούγκα* δεν συνέθεσαν ποτέ

Η Ιλιάδα δεν γράφτηκε ποτέ με το αόρατο μελάνι της ανάσας

είναι η ώρα που τα αλμυρά δάκρυα αρχίζουν το ταξίδι προς τα κάτω

                                                                       το πρόσωπό του

           σκούρο και μαυριδερό σαν πήλινος  δίσκος

με τον              χάρτη της Βαβυλωνίας

                                  *

είναι η ώρα που δημιουργεί ποίηση

συλλέγοντας λέξεις σαν ρολόγια με κομμένους δείκτες

       πορτραίτα σε σέπια και ασημένιες κορνίζες και

λουλούδια οριγκάμι

      θα είναι πάντα έτσι λέει στον Αίολο,

                                        τον κυβερνήτη των ανέμων

πάντα θα υπάρχουν κορίτσια που ερωτεύονται μεγαλύτερους άντρες

                    ερωτεύονται για μια ζωή

που τους φέρνει πιο κοντά στα αστέρια

ηλικιωμένοι άνδρες –ελπίδα καμιά – που έχουν ιστορίες

                           σαν και τούτη:

  το βιβλίο των ποιημάτων του ζυγίζει ένα ποτήρι κρασί

κάποιος που δεν αποφοίτησε από την Ακαδημία της Τρέλας

αλλά εμμονικός με το «Περιμένοντας τους Βαρβάρους», του Καβάφη

ρωτάει τον ήλιο που όλα τα αργοκαίει

          υπάρχει καμιά μούσα, μια νύμφη ή όλα είναι σκατά

                                    *

       βλέπει τη γάτα

έρχεται το βράδυ για να μοιραστεί το ταπεινό του γεύμα και να πιει νερό

ο άνεμος τη φέρνει στο σκοτάδι μοιάζει με Αβησσυνή

από τις μέρες της Αρχαίας Αιγύπτου ή

Σιαμέζα ιερό φρουρό των βουδιστικών ναών

δεν ξέρει αν την ονειρεύεται ή μένει μαζί της

       η ζωή του είναι φτιαγμένη από όνειρα

ο τρόπος που τα όνειρα είναι φτιαγμένα από τη ζωή και άλλα όνειρα

σαν αυτό∙ είναι κάτω από τη γέρικη ελιά

περιμένοντας τη Μούσα του

                               μια ερωμένη του Γκοντό

*«Η Τοκάτα και Φούγκα σε Ρε ελάσσονα», είναι έργο (πιθανότατα του 1704) του Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ, το οποίο εκτελείται σε εκκλησιαστικό όργανο

ΠΕΡΙΕΡΓΕΣ ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

Πρέπει να μάθεις το επάγγελμα της μητέρας του Σωκράτη

                             λες

καθώς κόβεις τα νύχια σου

Μισώ το χαμόγελο στο πρόσωπό σου

            η ζωή αφήνει την ομπρέλα της στην πόρτα

της τεχνητής νεανικότητας σου

Φοβισμένη

             μελετάω τι έκανε η μητέρα του Σωκράτη

και ξεκινάω παραδίδοντας λέξεις

    που έχουν συλληφθεί στον εγκέφαλό σου

γλιστρώντας έξω σε αυτόν τον κόσμο μέσα από της γέννησηςτο κανάλι

             ενός αγέρωχα σφιγμένου στόματος

λέξεις χερουβείμ ή τέρατα

                      λόγια ενός απογοητευμένου εγώ

ζώντας στην αυταπάτη

                 πεθαίνοντας με άδειες ελπίδες

Φροντίζω οι λέξεις να βγάζουν μια ξεχωριστή κραυγή

μερικές φορές τις χαράζω με τα χέρια μου για να σώσω

το μήνυμα

                          ή βάζω το κεφάλι μου σαν βράχο

να σταματήσει η αιμορραγία  αρρωστημένης αγάπης και θυμού

                                  περηφάνια και άλλα τρελά πράγματα

όταν ονειρεύεσαι πως «Το μόνο που ξέρω είναι ότι δεν ξέρω τίποτα»

              δεν ονειρεύεσαι ποτέ

                                             είσαι ζωντανός

ΑΛΥΣΙΔΩΤΗ ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ

τι ήταν τα Γκαλαπάγκος και η χελώνα Χάριετ για το νεαρό

Δαρβίνο*  τι οι κρεμαστοί κήποι της Σεμίραμης**

 για τη Βαβυλώνα τι ήταν το δόρυ για τους πολεμιστές Ζουλού

 τι οι πήλινες πλάκες της σφηνοειδούς γραφής

για τους φιλότεχνους τι ήταν ο Ορφέας και η λύρα του

για τα θηρία τι ήταν η ομορφιά των σαγηνευτικών τραγουδιών

για το ζευγάρωμα των πουλιών τι ήταν ο Σωκράτης για τον Πλάτωνα

τι ήταν η έκχυση του θυσιασμένου αίματος για τον Αιγύπτιο ιερέα τι ήταν η πυξίδα φενγκ σούι για την κινεζική γεωμαντεία

                                                                 τι ήταν το καστανό γεράκι με τα δεμένα μάτια ήταν για το Ουζμπέκο κυνηγό* τι ήταν η θεραπευτική τσάντα με κόκαλα και φτερά για τον σαμάνο  τι ήταν το χιόνι για τα χάσκι

που ρυμουλκούν ένα έλκηθρο στην επιφάνεια των πόλων

τι

ήταν ο Κολόμβος και η Μεγάλη Αρμάδα για την Ισπανία

τι ήταν το φλος ρουαγιάλ για τον παίκτη του πόκερ

τι ήταν το μαστίγιο με τις εννιά ουρές για τους ναυτικούς

τι ήταν τα τελετουργικά πέη από κολοκύθες για τους άντρες των Ντάνι***

ήταν ο Κολόμβος και η Μεγάλη Αρμάδα για την Ισπανία

τι είναι το φλος ρουαγιάλ για τον παίκτη του πόκερ

τι ήταν το μαστίγιο με τις εννιά ουρές για τους ναυτικούς

τι ήταν τα τελετουργικά πέη από κολοκύθες για τους άντρες των Ντάνι***

τι ήταν το καραβάνι με τις καμήλες για τον Μάρκο Πόλο

      τι ήταν το αρσενικό αλογάκι της Παναγίας για το θηλυκό του

                       τι ήταν η ζωή για τον θάνατο

                                                                            τι

*Η Χάριετ ήταν μια γιγαντιαία χελώνα που ο Κάρολος Δαρβίνος μετέφερε με το πλοίο Beagle από το αρχιπέλαγος των Γκαλάπαγκος στο αγγλικό λιμάνι του Φάλμου το 1935. Η Χάριετ πέθανε το 2006

**Οι Κρεμαστοί Κήποι της Βαβυλώνας αναφέρονταν μερικές φορές ως Κρεμαστοί Κήποι της Σεμίραμης από το όνομα της θρυλικής βαβυλώνιας βασίλισσας

***Οι Ντνι είναι μια ινδονησιακή φυλή που ζει στην Νέα Γουινέα

ΠΡΩΤΟ ΡΑΝΤΕΒΟΥ

  «Αϊνστάιν, Μπετόβεν και Καζανόβας

              ήταν πιστοί της θρησκείας του καφέ», του λέω.

Οι κρίσεις πανικού με κάνουν φλύαρη. «Η Νάπολη είναι ένα υπέροχο μέρος για να πίνεις καφέ.

                             Το ίδιο και η Αθήνα. Και το πλωτό καζίνο του Μακάο».

        Μου γυρίζει την πλάτη. Μπαίνουν πελάτες.

         Το Café Adonis προσφέρει ποιητικές αναγνώσεις.

        «Σε παρακαλώ, μην πας!» λέει ο Μανώλης πίσω μου, το χέρι του

σφιχτά στο λαιμό μου. «Έλα σπίτι μαζί μου».

Αποπλανητής.

Θνητός θεός.

        Και κάθαρμα.

        Περπατάμε δίπλα-δίπλα κατά μήκος της όχθης του ποταμού.

Ένας βράχος από τη Ρόδο από οικογένεια που μετανάστευσε  από τη μεταπολεμική Ελλάδα

διέσχισε ωκεανούς για να αγκυροβολήσει στο Γουέστ Έντ του Μπρίσμπεϊν.

        Το σπίτι του Μανώλη είναι ένας ναός της αγάπης.

        Κάθομαι στα σκαλιά της βεράντας και, από την ανοιχτή πόρτα, κοιτάζω

Ο Μανώλης κάνει μπάνιο στη μήτρα του.

        Πρησμένες αρθρώσεις, βουλιαγμένα μάτια, αραιά μαλλιά, τα στήθη που τον τάιζαν κάποτε, τώρα πεσμένα, θύματα της βαρύτητας, η κοιλιά που τον φύλαγε εννιά μήνες τώρα μια διπλωμένη κουρτίνα πάνω από την πύλη από την οποία μπήκε σε αυτόν τον κόσμο, νικητής ως Μέγας Αλέξανδρος, μητέρα, μητέρα, μάνα, μάνα. Θα τη φρόντιζε σε όλη του τη ζωή, μέχρι την ημέρα του θανάτου του. Θα φρόντιζε με όλη του την αγάπη την κατάκοιτη Μητέρα του, υπακούοντας, ακούοντας την να του διδάσκει τη ζωή, πώς να μείνει μακριά από τις κακές παρέες στο καφενείο. Ναι, ναι, Μητέρα, ναι, ναι, Μάνα. Άνθρωπος που έμεινε μια ζωή στην παιδική ηλικία ή Κολοσσός, ο Μανώλη βάζει σκόρδο στον μουσακά. Παναγία μου, προσεύχεται η άρρωστη μάνα του, κλαίγοντας, μη βγαίνεις στο σκοτάδι, μη βάζεις αλάτι στον μουσακά, Μανώλη, παιδί μου, αγόρι μου.

        Την κουβαλάει στην αγκαλιά του μέχρι το κρεβάτι της, ψηλός σαν τον Όλυμπο.

       Την ξαπλώνει ανάμεσα στα χειροποίητα λινά σεντόνια και τα δαντελωτά μαξιλάρια. Κοιμάται, παραμιλώντας στον ύπνο της, φωνάζοντας το όνομά του.

Ο Μανώλης με βρίσκει στα σκαλιά.

                  Πίνει μια γουλιά κρασί και κοιτάζει το μοναχικό φεγγάρι,

τσουγκρίζοντας τα ποτήρια μαζί μου και το δροσερό αεράκι.

                                  Τα μάτια του μου λένε ότι προσπαθεί να θυμηθεί

την τελευταία φορά που είχε ερωμένη.

                           Επιστρέφει στο σπίτι για να

ξεπλύνει τα ρούχα στην μπανιέρα,

το νερό είναι ακόμα ζεστό.

Μου θυμίζει τον Αρχιμήδη και το νόμο του:

η απώλεια βάρους ενός σώματος βυθισμένου σε ένα υγρό ισούται με

το βάρος του εκτοπισμένου υγρού.

        Κάθομαι στο φως του φεγγαριού,

τα αρώματα από το μαγείρεμά του πέφτουν πάνω μου.

Ο Μανώλης ετοιμάζει δείπνο — μουσακάς με μελιτζάνες και σκόρδο,

κόκκινο κρασί Επανομής,

τζατζίκι φτιαγμένο με αγγούρια από τον κήπο της μητέρας, μαριναρισμένες σαρδέλες. Αχ, αυτές οι σαρδέλες, που πρώτα ψήνονται στα κάρβουνα,

στη συνέχεια  τις μαρινάρει με ελαιόλαδο, ξύδι, μαϊντανό, πιπέρι και αλάτι.

                  Το ελαιόλαδο, σταγόνες λιωμένου ήλιου,

στροβιλίζονται σαν μια σειρά από χορευτές συρτάκι.

        Στο δρόμο, στο καφενείο Άδωνις, κάποιος απαγγέλλει ένα ποίημα

σχετικά με την ζωή.

ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ ΜΕΤΕΩΡΑ

Οι Άγιοι Τόποι αιωρούνται στον αέρα

Έξι  βράχοι που σε μεταφέρουν στο βασίλειο

της γαλήνης

Έξι λόγοι (Όλα τα πράγματα που γνωρίζουμε έχουν αριθμούς,

λένε οι Πυθαγόρειοι*)

για να ακούσετε την εσωτερική σας φωνή:

                      1.

Οι φόβοι μου κατά τη διάρκεια της ημέρας έχουν μια μεταλλική πινελιά

σαν αιχμηρές ακονισμένες λεπίδες

Οι φόβοι μου στο σκοτάδι

έχουν ένα υγρό και θλιμμένο  άγγιγμα

Οι φόβοι μου στο σκοτάδι είναι σαν παραμελημένα παιδιά

καταλήγουν στον χειρότερο φόβο μου

ότι οι φόβοι μου

στο σκοτάδι έχουν εξαφανιστεί και είναι σαν

ένα μάτσο φίλοι που με προδίδουν ταυτόχρονα

                    2.

Υπάρχει ένας άλλος κόσμος όπου

τα πουλιά φοβούνται τα ύψη

και τα ψάρια είναι αλλεργικά στο νερό

Υπάρχει ένας άλλος κόσμος όπου

τα δέντρα περπατούν με λουρί

και τα αστέρια πίνουν φως για να ζήσουν

Υπάρχει ένας άλλος κόσμος όπου

κλωνοποιούν την αγάπη

και άλλα ανόητα συναισθήματα

Υπάρχει ένας άλλος κόσμος

                  3.

Το άρωμα του θανάτου μέσα

ένα φλιτζάνι καφέ που κρυώνει

ένα τασάκι γεμάτο αποτσίγαρα

ένας ψίθυρος της σκιάς του Σενέκα

τα απομεινάρια ενός ερωτικού παιχνιδιού

ένα τρίγωνο που ονομάζεται Βερμούδες

μια σελίδα από το ημερολόγιο της Σύλβια Πλαθ

ένα σπήλαιο με προϊστορικά σχέδια

ένα φεγγάρι που λιγοστεύει

ένας σπασμένος δίσκος των Platters

μια ξεθωριασμένη ανάμνηση σου

                    4.

Είμαι το απολίθωμα ενός ονείρου

απολίθωμα ενός αστεριού

διατηρώντας την ελαφριά

κρυσταλλική του δομή

την ανάσα και το απόμακρο κλάμα του

την μυστικοπάθεια και την ανωνυμία του

όταν το σύμπαν ήταν νέο και αθώο

όταν η γη ήταν μόνο ένα παιδί

                   5.

Να φτιάχνεσαι με τον κίνδυνο

είναι συμπεριφορά που εκφράζει την ελευθερία

από το πεπατημένο μονοπάτι  ξένο προς το ένστικτο του

αυτοσυντήρηση και επιβίωση

αντιμετωπίζοντας τη ζωή ως ρώσικη ρουλέτα

γιατί ξέρω ότι ο φόβος είναι ένα ζευγάρι νυχτερίδες που φοράω

σαν κρυμμένα σκουλαρίκια που αντηχούν

στο νυχτερινό θόλο των μαλλιών μου

                  6.

Δεν ανήκω εδώ

Σταμάτησα τυχαία να παρακολουθήσω τις ψυχές που χορεύουν

και τα σκορπισμένα στον ουρανό

κόκαλα που φωνάζουν

αυτά που λένε αστέρια

Δεν ανήκω εδώ

Μοιράζομαι μια στέγη με τον δραπέτη ασθματικό ήλιο

και τον πληρώσω με το αίμα μου

Το σώμα μου είναι ένα στέκι φαντασμάτων

οι νεκροί ζουν μέσα μου

τα λόγια μου είναι μικροσκοπικά ψίχουλα από το τραπέζι τους

* Όλα τα πράγματα που γνωρίζουμε έχουν αριθμό· γιατί χωρίς τον αριθμό δεν είναι δυνατόν ούτε να σκεφτούμε ούτε να γνωρίσουμε τίποτε. (Φιλόλαος)

ΙΛΙΝΤΑ ΣΤΕΦΑΝΟΒΑ ΜΠΡΑΝΕΡ

Η Ιλίντα γεννήθηκε στη Βουλγαρία, όπου εξέδωσε τα πρώτα της βιβλία, συλλογές με ποιήματα και διηγήματα. Ορισμένα κέρδισαν εθνικά βραβεία και μεταφράστηκαν και εκδόθηκαν στην Ουκρανία, τη Γερμανία, την Ινδία και την Πολωνία. Στο μυθιστόρημα «Parcels» αφηγήθηκε την ιστορία της οικογένειάς της που έστελνε δέματα σε έναν θείο της στο στρατόπεδο καταναγκαστικής εργασίας Μπελένε και έναν άλλον που ήταν κλεισμένος στη φυλακή της Σόφιας επειδή ήταν μουσικός της τζαζ – στην κομμουνιστική Βουλγαρία η τζαζ απαγορεύτηκε και χαρακτηρίστηκε «αμερικανική προπαγάνδα». Το θεατρικό έργο «The Importance of Being Desirable», που ανέβηκε στη Σόφια και τη Βιέννη, περιγράφεται από τον Άγγλο θεατρικό συγγραφέα Sir Roland Harwood ως «… ένα ολοκληρωμένο έργο… ένας διάλογος ζωηρός αλλά ποτέ αδιάφορος και συχνά ποιητικός». Μετά τη μετακόμισή της στην Αυστραλία, η Ιλίντα κέρδισε το HarperCollins/Varuna Fellowship for Manuscript Development για τα Memoirs of the Red Berry Princess, τα οποία αναφέρονται σε μια γυναίκα με τραυματική παιδική ηλικία σε μια κομμουνιστική χώρα. Ποιήματά της δημοσιεύθηκαν σε λογοτεχνικά περιοδικά και ανθολογίες. Το διήγημά της «Giving a Bath to His Mitera», που δημοσιεύτηκε στην ανθολογία One Story Many Brisbanes 5, τράβηξε την προσοχή των μέσων μαζικής ενημέρωσης και η ποιητική της συλλογή Knockturnal Animal εκδόθηκε από την  Ginninderra Press. Ζει στο Μπρίσμπεϊν της Αυστραλίας. Το 2023 κέρδισε το μεγάλο βραβείο αδημοσίευτου βιβλίου στα Eyelands Book Awards με το ιστορικό αφήγημα «Οι εραστές του καφέ» (προσωρινός τίτλος) που μεταφράζεται τώρα στα ελληνικά από τις Παράξενες Μέρες